Αποφασίζομεν και διατάζομεν: Η Υπουργός που μισεί τον διάλογο

φωτογραφία: George Vitsaras / SOOC

του Θάνου Καμήλαλη

«Διάλογος», με τον τρόπο που θα ‘θελε το υπουργείο Παιδείας, σημαίνει: Όχι αντιδράσεις, όχι διαμαρτυρίες που ασκούν πίεση στην ηγεσία του, το πολύ πολύ κάποιο κείμενο διαμαρτυρίας (που θα θάβεται από ττα ΜΜΕ) και επιστολές με αιτήματα συναντήσεων που είτε δεν θα απαντώνται, είτε θα πηγαίνουν στο Υπουργείο εκπρόσωποι των εκπαιδευτικών ή των μαθητών και θα ακούν ένα ξερό «όχι».

Γιατί ο οποιοσδήποτε «δημιουργικός διάλογος» εξαντλήθηκε στο επτάμηνο που είχε το υπουργείο Παιδείας και εν γένει η κυβέρνηση για να προετοιμαστεί. Το ζήτησαν οι λοιμωξιολόγοι από τον Μάρτιο, όπως αποκάλυψε ο καθηγητής Βατόπουλος σε πρόσφατη συνέντευξή του, το ζητούσαν οι γονείς, η αντιπολίτευση και οι μαθητές επί μήνες. Το μονίμως αντιδραστικό και αυταρχικό Υπουργείο δεν έκανε τίποτα. Η υπόθεση πήγε κάπως έτσι:

-Είναι αναγκαίο για την προστασία της δημόσιας Υγείας να βάλετε μικρότερες τάξεις και περισσότερες αίθουσες

-Όχι, γιατί ο μέσος όρος των μαθητών, δηλαδή αν συνυπολογίσουμε σχολεία της Αθήνας και χωριά της ορεινής Αρκαδίας, είναι 17. Άντε, στα αστικά κέντρα είναι 20

-Μα από την αρχή της πανδημίας, δύο μήνες καραντίνα ακούγαμε για αποστάσεις και να αποφεύγουμε τον συνωστισμό. Το σεβαστήκαμε, καταλάβαμε την κατάσταση, δεν είδαμε τους φίλους μας για δύο μήνες και εσείς τόσο καιρό μάλλον δεν κάνατε τίποτα. Τα μέτρα σας δεν βγάζουν καν νόημα. Μας λέτε να μην μαζευόμαστε σε πλατείες 9 άτομα και μας μαντρώνετε σε τάξεις – κλουβιά των 25

-Εδώ ο κ.Μαγιορκίνης έχει μία ζωγραφιά για εσάς, θα το εξηγήσει»

-Μα κ.Κεραμέως βάζουμε σε μεγαλύτερο κίνδυνο γονείς παππούδες και εκπαιδευτικούς έτσι

-Ναι, καταλαβαίνω, πάρτε ένα παγουρίνο

-Επίσης η μάσκα που μας δώσατε μετά από τις μαζικές αντιδράσεις, τελευταία στιγμή, δεν μας κάνει. Μας είπατε ότι όλα θα λυθούν με τη μάσκα και δεν κάνατε ούτε αυτό όπως θα έπρεπε, όπως υποσχεθήκατε.

-Φταίει ο Θεοδωρικάκος, εγώ είμαι αναρμόδια

-Έχουμε και κενά στα σχολεία μας, χιλιάδες στην Επικράτεια. Πάνω από 8.000 μόνο στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Κενά στην καθαριότητα επίσης, το προσωπικό είναι λιγότερο από τις σχολικές μονάδες, δεν έχει πάει ακόμα στα σχολεία, είναι 10 Σεπτεμβρίου και οι εκπαιδευτικοί είναι εκεί από την πρώτη του μήνα

-Η χρονιά ξεκινάει χωρίς κενά και όλα είναι έτοιμα στην ώρα τους, παραδόθηκαν και τα βιβλία

-Εντάξει, αποφασίζουμε κατάληψη

-Θέλουμε διάλογο με τα σχολεία ανοιχτά

Φυσικά, παρεμβαίνουν σε όλα αυτά και αγαπημένοι «παίχτες» μίας τέτοιας σύγκρουσης. Τα συνηθισμένα ΜΜΕ που συκοφαντούν και προσβάλλουν τους διαμαρτυρόμενους, παρουσιάζοντάς τους ως δήθεν αρνητές της μάσκας, ή μπαχαλάκηδες, ή πολιτικά υποκινούμενους. Ο συρφετός που επιτίθεται με μίσος και προπαγανδιστικούς ή χυδαίους χαρακτηρισμούς, όπως φίδια, πιθήκια, αλήτες και οι οπαδοί που μονίμως θέλουν «αίμα», είτε είναι καμένοι πρόσφυγες στη Μόρια, είτε διαδηλωτές με ανοιγμένα κεφάλια, είτε δαρμένα παιδιά στην κατάληψη από την αστυνομία. Στο όνομα της «τάξης» βεβαίως και της «πρόσβασης στην εκπαίδευση», για την οποία ενδιαφέρονται μόνο τις εβδομάδες που μαθητές και φοιτητές κινητοποιούνται διεκδικώντας.

Πίσω από όλα αυτά βέβαια, επιχειρείται να κρυφτεί το απλό. Τα παιδιά έχουν δίκιο. Όχι γιατί «είναι παιδιά» και επειδή πρέπει όλοι και όλες να σταθούν δίπλα τους λόγω των οραμάτων για την επόμενη γενιά, που θα «διορθώσει ό,τι χάλασαν οι προηγούμενες». Όχι γιατί «στις καταλήψεις του Μακεδονικού άλλα λέγατε» και όχι γιατί «εντάξει, τώρα δεν κάνουν κατάληψη για την τυρόπιτα τουλάχιστον». Αλλά γιατί έχουν απλά δίκιο, μεγάλο δίκιο, αναντίρρητο δίκιο. Οι μικρότερες τάξεις θα προστατεύσουν αυτούς και τις οικογένειές τους περισσότερο, ενώ, γενικά «η πρόσβαση στην εκπαίδευση» που ξαφνικά απασχολεί τη Δεξιά διευκολύνεται σημαντικά αν διορίσεις καθηγητές να παρέχουν την εκπαίδευση.

Κι όταν ομολογείς ότι αυτά που ζητούν δίκαια οι μαθητές «δεν γίνονται», που το είπε και ο Πρωθυπουργός αναφέροντας ότι «θα θέλαμε περισσότερες αίθουσες αλλά δεν μπορούμε», ομολογείς την πολιτική αποτυχία σου, ασχέτως του αν θα πιάσουν οι -άθλιοι και αντιδημοκρατικοί κατά την ΟΛΜΕ– εκβιασμοί σου. Γιατί δεν γίνεται; Πόσο είναι το κόστος; Λες ότι δεν είναι πολλά τα τμήματα με υπεράριθμους μαθητές. Τι έκανες τους μήνες που προηγήθηκαν; Μελέτησες τα δεδομένα, συναντήθηκες με δήμους και αρμόδιους φορείς; Βρήκες έστω μία νέα αίθουσα; Παρήγγειλες έστω κι ένα θρανίο ή έβγαλες έστω ένα τμήμα από κάποιο υπόγειο; Απ’ ό,τι φαίνεται όχι, ή σχεδόν όχι.

Επομένως, ακολουθεί η πατροπαράδοτη λύση. Καταστολή και τιμωρητικές πολιτικές, που είναι και εξαιρετικά αμφίβολο μάλιστα αν στέκουν νομικά και βάζουν νέα προβλήματα σε εκπαιδευτικούς και γονείς, προσπαθώντας να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερες εντάσεις μεταξύ του κόσμου, μένοντας στο απυρόβλητο.

Κι όλα αυτά, την ώρα που από τη μία παίρνει τον λόγο της διευθύντριας-τιμωρού της δεκαετίας του 1950, από την άλλη επιδιώκει να εμφανιστεί, με τη βοήθεια φυσικά των πάντα πρόθυμων μέσων που λιβανίζουν την κυβέρνηση Μητσοτάκη, ως η πλευρά που επιδιώκει λύση και «διάλογο». Όπως έγινε δηλαδή, εν μέσω lockdown, τον Απρίλιο, που αύξησε ξανά το ανώτατο όριο στα τμήματα σε νηπιαγωγεία και δημοτικά, σε 25 άτομα, παρά τις σφοδρές αντιδράσεις τις εκπαιδευτικής κοινότητας. Όπως έγινε στο νομοσχέδιο απορρύθμισης της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όπου περίπου το 90% των σχολίων από φορείς, μεταξύ των οποίων οι αρμόδιες οργανώσεις της ΝΔ, ήταν αρνητικό. Δεν άλλαξε τίποτα, σε ένα νομοσχέδιο που καταγγέλθηκε ως καθ’ υπόδειξη των ιδιοκτητών ιδιωτικών σχολείων και έχει οδηγήσει σε μπαράζ απολύσεων και αποχωρήσεων, με τις προσλήψεις να είναι υποαμοιβόμενες.

Όπως έγινε και πολύ πρόσφατα, στην υπόθεση της αλλαγής των προγραμμάτων σπουδών στο μάθημα της Ιστορίας, όπου με μερικές γραμμές, στα ξαφνικά σε ένα Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης, έσβησε τρία χρόνια επιστημονικών προσπαθειών, κρατώντας το μάθημα στο προ εικοσαετίας μοντέλο. Χωρίς καμία επιστημονική αξιολόγηση, έστω χωρίς καμία επικοινωνία με την ομάδα των πανεπιστημιακών και των δεκαπέντε εκπαιδευτικών με διδακτορικά πάνω στο αντικείμενο που τους πλαισίωσαν σε αυτήν την προσπάθεια. Ή όπως έγινε με σειρά αποφάσεών της για το θρήσκευμα και τη διαγωγή που κρίθηκαν παράνομες από την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ή τη μελέτη για τις κάμερες στα σχολεία που δεν παρουσιάστηκε ποτέ, όπως θα έπρεπε εγκαίρως.

Τα παρακολουθούμε εδώ και πάνω από έναν χρόνο όλα αυτά. Η μόνιμη επίκληση στις «μειοψηφίες» που εμποδίζουν την πρόοδο, όπως οι «μπαχαλάκηδες» στα σκανδαλωδώς υποχρηματοδοτούμενα εδώ και μία δεκαετία ΑΕΙ. Το μόνιμο κλείσιμο του ματιού στα ιδιωτικά συμφέροντα, με απαξίωση των δημοσίων δομών ώστε να έχουν νέα πελατεία, κάνοντας όλο και πιο ταξική την πρόσβαση στην εκπαίδευση. Τις σκοταδιστικές αποφάσεις, μαζί με τον αυταρχισμό που προβάλλεται ακόμα και ως «παιδαγωγική μέθοδος», ή απλά ως «μάθημα στους τεμπέληδες». Είναι όμως αυτοί οι δήθεν τεμπέληδες, οι «αλήτες», που ζητούν συνεχώς καλύτερες συνθήκες για την Παιδεία, λόγω κορονοϊού αλλά και γενικά.

Και είναι η υπουργός Παιδείας που αντιδρά τόσο επιθετικά, αποκρουστικά επιθετικά, στο δίκιο τους. Τεμπελιά, αδιαφορία, ανεπάρκεια, ανικανότητα, ιδεοληψίες, ή ο μόνιμος στόχος για απαξίωση της δημόσιας Παιδείας; Δεν νοιάζει και πολύ, το αποτέλεσμα μετράει. Ένα στρογγυλό μηδέν.