Είναι ακριβώς αυτό που φαίνεται

 

Να τα πάρουμε ένα ένα για όσους και όσες δεν έχουν προλάβει να παρακολουθήσουν σειρά γεγονότων των πρηγούμενων ημερών και εβδομάδων:

  1. Η αρθρογράφος, Έλενα Ακρίτα, μετά από 20 χρόνια στα «Νέα» εξωθήθηκε σε παραίτηση, καθώς η εφημερίδα αρνήθηκε να δημοσιεύσει άρθρο της με διαφορετική άποψη σχετικά με τις «αποκαλύψεις» για τη «βίλα Τσίπρα», αλλά σχόλια για τα ακίνητα του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη
  2. Η δημοσιογράφος, διευθύντρια σύνταξης του «Βήματος», Δήμητρα Κρουστάλλη, εξωθήθηκε σε παραίτηση καταγγέλλοντας πιέσεις από το πρωθυπουργικό Μέγαρο, αρνούμενη να ανασκευάσει το ρεπορτάζ της για τα παράλληλα συστήματα καταγραφής κρουσμάτων.
  3. Η Βουλή, σε μία πρωτοφανή κίνηση, αποφάσισε την άρση ασυλίας της βουλεύτριας του ΜέΡΑ25, Αγγελικής Αδαμοπούλου, για σχόλιό της κατά τη διάρκεια κοινοβουλευτικής συζήτησης σχετικά με «μπαχαλάκηδες αστυνομικούς» που προκαλούν επεισόδια στις διαδηλώσεις. Η ασυλία της ήρθη μετά από μήνυση Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων, που θεώρησε τις αναφορές της κ.Αδαμοπούλου «συκοφαντικές για την Αστυνομία». Παρόμοιες αναφορές βέβαια, έχουν γίνει δεκάδες τα τελευταία χρόνια, όπως κατέγραψε αναλυτικά η ίδια στην ομιλία της την Τετάρτη.
  4. Η Βουλή αποφάσισε την άρση ασυλίας του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ, Παύλου Πολάκη, μετά από μήνυση του εκδότη των «Παραπολιτικών», Γιάννη Κουρτάκη, για συκοφαντική δυσφήμηση. Το βασικό πρόβλημα εδώ είναι ότι η άρση ασυλίας έγινε… με τη δεύτερη. Στην πρώτη προσπάθεια, η άρση ασυλίας καταψηφίστηκε καθώς βουλευτές της ΝΔ δεν εμφανίστηκαν για να ψηφίσουν, με αποτέλεσμα ο Κουρτάκης να μετράει στη συνέχεια συγγνώμες βουλευτών και Υπουργών του κυβερνώντος κόμματος προς το πρόσωπό του.
  5. Δύο δικηγόροι, οι Κώστας Παπαδάκης και Θανάσης Καμπαγιάννης, εκ των συνηγόρων μάλιστα της Πολιτικής Αγωγής στη Δίκη της Χρυσής Αυγής, συνελήφθησαν κατα τη διάρκεια άσκησης των καθηκόντων τους, στα γεγονοτα της 6ης Δεκεμβρίου, ημέρα μάλιστα που απαγορευόταν σε πολίτες να προσεγγίσουν μεμονωμένα το μνημειο του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και πραγματοποιήθηκαν συνολικά στη χώρα πάνω από 300 προσαγωγές και πάνω από 100 συλλήψεις. Οι δύο δικηγόροι έγιναν και στόχοι του υπουργού «Προστασίας του Πολίτη» Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, στη Βουλή, ο οποίος σε μία έξαλλη παρέμβαση τους χαρακτήρισε «φωνακλάδες επωνύμους», επιτιθέμενος κατά πάντων αντιδρώντων, υποστηρίζοντας ότι «η δημοκρατία επανέρχεται»
  6. Έγινε γνωστό ότι η διοίκηση της ΕΡΤ αποφάσισε να μην ανανεώσει την έκπομπή του Πάνου Χαρίτου, «Roads», κρίνοντας ότι μία εκομπή με μικρά ντοκιμαντέρ ενός εκ των κορυφαίων πολεμικών ανταποκριτών στην Ελλάδα δεν αξίζει θέση στη δημόσια ραδιοτηλεόραση υπό τη διεύθυνση του πρώην διευθυντή του Γραφείου Τύπου της ΝΔ, Κωνσταντίνου Ζούλα.
  7. Ολοκληρώθηκε η καρατόμηση της Εισαγγελέα Διαφθοράς, Ελένης Τουλουπάκη, που ανέλαβε να διερευνήσει πιθανή εμπλοκή πολιτικών προσώπων, της ΝΔ και του ΚΙΝΑΛ, στο σκάνδαλο Novartis. Η κ.Τουλουπάκη διώκεται πλέον για «κατάχρηση εξουσίας», βάσει μίας σειράς προβληματικών μεθοδεύσεων, που ξεκινούν από την αρχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη.

Κι αυτά είναι μόνο γεγονότα του τελευταίο δεκαημέρου. Δεν ξεκίνησαν όλα όμως τον Δεκέμβριο ή μέσα στην πανδημία. Η δυσανεξία της κυβέρνησης Μητσοτάκη στη διαφάνεια, τη λογοδοσία, τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και η επιθυμία της για όλο και στενότερο έλεγχο των ΜΜΕ είναι καταγεγραμμένες από τις αρχές της διακυβέρνησής της. Στο πρώτο της ΦΕΚ, η κυβέρνηση αποφάσισε την υπαγωγή της ΕΡΤ και του Αθηναϊκού Πρακτορείου απευθείας στην Προεδρία της κυβέρνησης. Νομοσχέδια άρχισαν να μπαίνουν με 70 άρθρα στη δημόσια διαβούλευση και να εμφανίζονται στη Βουλή με τα διπλάσια. Ο επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Παναγιώτης Κοντολέων, πρώτα διορίστηκε και στη συνέχεια άλλαξε ο νόμος για χάρη του. Όταν ψηφιζόταν η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, το καλοκαίρι του 2019, μετά από τριήμερη έντονη συζήτηση στη Βουλή, πέντε λεπτά πριν την ψηφοφορία, ο υπουργος Εργασίας, Γιάννης Βρούτσης, εμφάνισε μία τροπολογία για την κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων.

Η πανδημία μεγένθυνε όλες αυτές τις παθογένειες, πολλές από τις οποίες σε μεγάλο βαθμό υπάρχουν στην Ελλάδα εδώ και μία δεκαετία, εποχή που νομοσχέδια εκατοντάδων σελίδων έρχονται στα αγγλικά από τους δανειστές. Δικαιώματα όπως το δικαίωμα του συνέρχεσθαι και η Ελευθερία του Τύπου απειλούνται ανοικτά πλέον και κατά περιπτώσεις ισοπεδώνονται. Η «λίστα Πέτσα» ήταν μία κρίσιμη καμπή, που επικρίνεται διεθνώς από οργανώσεις του Τύπου, για τα αδιαφανή της κριτήρια και την ξεκάθαρη μεροληψία ενάντια σε μέσα που ασκούν κριτική. Μία εφημερίδα, το «Documento», που μάλιστα ειχε καταγγείλει δημόσια ότι με παρέμβαση Μαξίμου κόβονται τα διαφημιστικά της έσοδα, εξαιρέθηκε εντελώς από τη χρηματοδότηση για «ενημέρωση σχετικά με την πανδημία». Εμάς, στο ThePressProject, μολονότι εκ του καταστατικού μας δεν λαμβάνουμε χρήματα από το κράτος, δεν μας προσέγγισαν καν. Η απευθείας χρηματοδότηση των ΜΜΕ από τα κρατικά ταμεία συνεχίστηκε με επιπλέον δύο εκατομμύρια στα κανάλια και σχέδια για «ενημερωτική καμπάνια εμβολιασμού».

Χρηματοδότηση σημαίνει έλεγχος, όλο και στενότερος: Η επικοινωνιακή θωράκιση, η οικοδόμηση ενός επικοινωνιακού σύμπαντος όπου θα βασιλεύει η μονοφωνία. Στις περιπτώσεις Ακρίτα και Κρουστάλλη είδαμε το πού φτάνει πλέον η θωράκιση. Ένα ενοχλητικό άρθρο γνώμης ή ένα ερευνητικό ρεπορτάζ κόβονται, άμεσα ή με συνεχείς πιέσεις, με αποτέλεσμα η παραίτηση να είναι θέμα ημερών ή και ωρών. Η αντιπολίτευση παράλληλα θάβεται, σύμφωνα με τα στοιχεία της αναφοράς του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Δεν έχει σημασία επίσης ο θόρυβος λίγων ημερών, ούτε αν η λογοκρισία κάνει το λογοκριμμένο κέιμενο να διαβάζεται περισσότερο. Για όσους επιλέγουν αυτήν την τακτική, σημασία έχουν τα επόμενα άρθρα που δεν θα υπάρξουν.

Παράλληλα με την όλο και πιο αρρωστημένη κατάσταση στα ΜΜΕ, τα πλήγματα στον πυρήνα του δημοκρατικού κράτους Δικαίου είναι πολλά και σημαντικά και εντός του Κοινοβουλίου και στον δρόμο. Η αδιαφάνεια, η ολοκληρωτική έλλειψη λογοδοσίας βασιλεύουν στα ανάκτορα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Πριν μερικές μέρες, μάθαμε από «καραμπόλα» ότι υπάρχουν τρεις συμβάσεις του υπουργείου Παιδείας, με την εταιρεία Cisco για την τηλεκπαίδευση. Η αντιπολίτευση ζητούσε επανειλημμένα να κατατεθεί «η σύμβαση» στη Βουλή και η υπουργός Παιδείας απαντάει ότι «η σύμβαση είναι στο γραφείο μου, ελάτε απλά να τη δείτε». Οι συμβάσεις αυτές δεν έχουν δημοσιοποιηθεί πουθενά, όπως η σύμβαση του ΕΟΔΥ αξίας 800.000 ευρώ (ενώ η σύμβαση της ΗΔΙΚΑ κόστισε 4 φορές λιγότερο) για το δεύτερο σύστημα καταγραφής των κρουσμάτων δεν ανέβηκε ποτέ στη «Διαύγεια». Η σύμβαση με την επί χρόνια συνεργάτιδα της CIA, εταιρεία Palantir, για μαζικό έλεγχο δεδομένων υπογράφηκε επίσης στα κρυφά και παραμένει στο σκοτάδι.

Η πλειοψηφία όμως στη Βουλή δεν ενδιαφέρεται για όλα αυτά, είναι πολύ απασχολημένη με το να εγκρίνει πυρετωδώς νομοσχέδια, όπως ο Πτωχευτικός Νόμος – οικονομική φυλακή, η οπισθοδρόμηση ενός αιώνα και βάλε στις φυλακές με εξοντωτικό περιορισμό των δικαιωμάτων των κρατουμένων σε άδειες, ο Νόμος Πέτσα για τα κανάλια και την κατάργηση του ορίου των 400 εργαζομένων μίνιμουμ που έρχεται και η πρόθεση να αυξηθούν τα όρια στις απευθείας αναθέσεις με κρατικό χρήμα σε ιδιώτες, αλλά και για πανεπιστημιακή αστυνομία. Την ίδια ώρα βέβαια, το δικαίωμα του συνέρχεσθαι είναι είτε απαγορευμένο ξεκάθαρα, είτε στον αέρα, στην καλή διάθεση των αστυνομικών οργάνων. Σε αντίθεση φυσικά, αν και επιχειρήθηκε να εξισωθεί, με την επικίνδυνη υποχώρηση σε κάθε απαίτηση της Εκκλησίας, που ξεπερνάει το δικαίωμα των πιστών στη θρησκευτική ελευθερία και την ανάγκη τους να το εκφράσουν έστω τις γιορτές των Χριστουγέννων.

Η κυβερνητική πλειοψηφία ήταν επίσης απασχολημένη με το να ψηφίζει μέχρι να τα καταφέρει την άρση ασυλίας του Πολάκη για τα μάτια του εκδότη των «Παραπολιτικών», αλλά και τη δίωξη της Αγγελικής Αδαμοπούλου του ΜέΡΑ25 κατόπιν έγκλησης σε βάρος της από την Ένωση Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας Κεντρικής Μακεδονίας, για συκοφαντική δυσφήμιση, κατά την άσκηση των καθηκόντων της. Ένα ακόμα πρωτοφανές γεγονός, που ανοίγει μία πολύ επικίνδυνη πόρτα λογοκρισίας και σε βουλευτές, λίγες εβδομάδες μετά το ξεκίνημα εισαγγελικής έρευνας κατά Τσίπρα – Κουτσούμπα – Βαρουφάκη για τις πολιτικές εκδηλώσεις στο Πολυτεχνείο.

Όλα τα παραπάνω βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα, όχι σε θεωρητικές αναλύσεις για ένα κάποιο δυστοπικό μέλλον. Αν τα λάβεις ως μεμονωμένα περιστατικά, τότε προκύπτουν αντεπιχειρήματα, λιγότερο ή περισσότερο σοβαρά. Μπορεί η ερμηνεία ενός περιστατικού να κριθεί αυθαίρετη, μπορεί επίσης το κομματικό πρόσημο να φέρνει αυτόματα το «ναι αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ» ή την προσωπική επίθεση σε κάποιον/α από τους πρωταγωνιστές τέτοιων ιστοριών. Μπορεί η μόνιμη επίκληση στην πανδημία να είναι συχνά η πρόχειρη απάντηση.

Αλλά κάποια στιγμή, όλα τα παραπάνω αθροίζονται και δημιουργούν μία άκρως επικίνδυνη αλυσίδα. Επικίνδυνη για τη λειτουργία του κοινοβουλευτισμού, για την ασφάλεια των πολιτών από την Αστυνομία, για την όποια ελευθερία έχει απομείνει σε μία πολύ μεγάλη μερίδα του Τύπου που όλο και περισσότερο φαίνεται  να λογοδοτεί, όχι απλά στους ολιγάρχες αντί στους αναγνώστες, αλλά απευθείας στο Μέγαρο Μαξίμου. Προφανώς δεν πρόκειται για «χούντα» ή «δικτατορία», τέτοιες λέξεις έχουν συγκεκριμένο πολιτικό και ιστορικό βάρος, επομένως οφείλουν να χρησιμοποιούνται με φειδώ και να αποφεύγονται όσο γίνεται.

Η Ελλάδα παραμένει δημοκρατία, εξάλλου ο όρος είναι ευρύς, αλλά οι πυλώνες πάνω στους οποίους βασίζονται οι ελευθερίες και οι αρχές της πλήττονται συνεχώς, υπέρμετρα σε σχέση με την πραγματικότητα που προκάλεσε η πανδημία, σε συνδυασμό με τις αλλεπάλληλες κυβερνητικές αποτυχίες στον έλεγχό της. Χωρίς υπερβολές, αλλά παράλληλα χωρίς υποβάθμιση του τι συμβαίνει, σε κάθε τέτοια υπόθεση που προστίθεται σε έναν ογκώδη μαύρο κατάλογο, απέναντι στη μόνιμη κάλυψη ότι «δεν είναι αυτό που νομίζετε», η απάντηση είναι ότι είναι ακριβώς αυτό που φαίνεται. Μια συνεχής διολίσθηση ανευλεθερίας προς ένα όλο και περισσότερο ελεγχόμενο περιβάλλον από τη μία εκ των εξουσιών. Προς ένα μοντέρνο καθεστώς.