Η νεολαία έχει άλλη γνώμη

Παναγιώτης Σωτήρης

Οι φοιτητικές εκλογές έρχονται να συμπληρώσουν την εικόνα για την κατάσταση πνευμάτων στη νεολαία

 

Οι φοιτητικές εκλογές έχουν χάσει ίσως τη φόρτιση που είχαν όταν τα αποτελέσματά τους γίνονταν πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες, που μάλιστα κυκλοφορούσαν με αναλυτικά αποτελέσματα ανά σχολή. Έχουν περάσει, άλλωστε, οι εποχές όπου ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πολιτικού προσωπικού είχε περάσει από το σχολείο του φοιτητικού συνδικαλισμού. Επιπλέον, έχουμε αρκετό καιρό να δούμε το είδος των πλειοψηφικών φοιτητικών κινημάτων, με όλες τις σχολές σε κατάληψη, που χαρακτήρισε προηγούμενες δεκαετίες.

Όμως, αυτό δεν αναιρεί ότι κάποια συμπεράσματα μπορούν να βγουν από τα αποτελέσματα των φοιτητικών εκλογών. Προφανώς και υπάρχει το πάγιο πρόβλημα με την αδυναμία να εκδοθούν κοινά αποδεκτά αποτελέσματα, ας μην ξεχνάμε ότι το τελευταίο Πανσπουδαστικό Συνέδριο έγινε το 1995 και έκτοτε υπάρχει απλώς μια διαπαραταξιακή συνεννόηση για την κοινή ημερομηνία των εκλογών. Όμως, όλα τα στοιχεία συγκλίνουν στο ότι η προσκείμενη στη Νέα Δημοκρατία παράταξη έχασε την πρωτιά που είχε από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990 και οι παρατάξεις και τα σχήματα της Αριστεράς αναδείχτηκαν σε ένα μάλλον πλειοψηφικό ρεύμα.

Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται να συμπληρώσουν στοιχεία που έχουν καταγραφεί και αλλού. Οι νέες και οι νέοι είχαν διαφορετική πολιτική συμπεριφορά στις εκλογές του 2019, πιο «αριστερόστροφη» σε σχέση με άλλες ηλικιακές κατηγορίες και αυτό με διάφορους τρόπους έχει αποτυπωθεί και σε διάφορες μετρήσεις κοινής γνώμης και στάσεων, απόψεων και ιδεολογικών τοποθετήσεων το προηγούμενο διάστημα.

Οι νέοι είχαν σημαντική παρουσία σε όσες μαζικές κινητοποιήσεις έγιναν τα τελευταία χρόνια, είτε μιλάμε για τις αντιφασιστικές διαδηλώσεις, είτε π.χ. για κινητοποιήσεις ενάντια σε περιστατικά αστυνομικής βίας.

Ακόμη και στα πανεπιστήμια τα τελευταία δύο χρόνια και παρά τους περιορισμούς που έφερε η πανδημία μπορεί κανείς να παρατηρήσει σημαντικό αριθμό διαδηλώσεων και άλλων κινητοποιήσεων που δείχνουν ότι υπάρχει ένα κλίμα διαμαρτυρίας.

Μάλιστα, εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι αυτές οι κινητοποιήσεις σε συνδυασμό με το αποτέλεσμα των φοιτητικών εκλογών καταδεικνύουν ότι μια σειρά από νομοθετικές πρωτοβουλίες για την ανώτατη εκπαίδευση, με εμβληματική την επιλογή της διαμόρφωσης «πανεπιστημιακής αστυνομίας» έχουν πραγματική απονομιμοποίηση μεταξύ των φοιτητών.

Όμως, ευρύτερα είναι σαφές ότι η νεολαία αισθάνεται ότι αντιμετωπίζεται ως ο αδύναμος κρίκος. Οι νέες και οι νέοι έχουν να αντιμετωπίσουν την κρίση του εκπαιδευτιού συστήματος, με τα πολλαπλά ελλείμματα, την εργασιακή επισφάλεια, τη λογική μεγάλους μέρους της εργοδοσίας ότι αποτελούν «φθηνό εργατικό δυναμικό», την εκτίναξη του κόστους στέγασης. Η καταστολή έρχεται να συμπληρώσει αυτή την εικόνα και να λειτουργήσει ως μετωνυμία για πλήθος προβλημάτων και θρυαλλίδα για αντιπαραθέσεις.

Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί ότι όλα αυτά αφορούν στενά την κυβέρνηση. Πιο σωστό είναι να πούμε ότι αφορούν το σύνολο του πολιτικού συστήματος και άλλωστε δεν περιορίζονται μόνο στην Ελλάδα. Οι γαλλικές εκλογές, για να δώσουμε ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα, επίσης υπογράμμισαν στοιχεία ριζοσπαστισμού στη νεολαία.

Η διαπίστωση ότι η νεολαία είναι ανασφαλής, επισφαλής, οργισμένη και δύσπιστη απέναντι στο πολιτικό σύστημα, υπογραμμίζει ότι η αντιμετώπισή της υπό το παραμορφωτικό πρίσμα της «ανομίας» ή της «παραβατικότητας» απλώς θα κάνει τα πράγματα χειρότερα.

Ας μην ξεχνάμε ότι η ιστορία δείχνει ότι οι εκρήξεις της νεολαίας δεν ακολουθούν τους παραδοσιακούς ρυθμούς του «πολιτικού κύκλου», δεν έχουν πάντα τον ίδιο «υπολογισμό κόστους – οφέλους» που βλέπουμε σε άλλα διεκδικητικά κινήματα και συχνά αποτυπώνουν αξιοσημείωτη αντοχή.