Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 18ο συνέδριο: Στο ίδιο έργο θεατές

Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 18ο συνέδριο: Στο ίδιο έργο θεατές

Του Σπύρου Σακελλαρόπουλου

 

Από τα τέλη του περασμένου Σεπτέμβρη γνωστοποιήθηκαν οι θέσεις της Κ.Ε. του ΚΚΕ για το 18ο συνέδριο του Κόμματος. Το παρόν σημείωμα επιχειρεί να τοποθετηθεί κριτικά στο περιεχόμενό τους. Στο επόμενο τεύχος του Εκτός γραμμής θα υπάρχει αντίστοιχο κείμενο που θα αφορά τις θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για τον Σοσιαλισμό και στο μεθεπόμενο τεύχος ένα άλλο κείμενο που θα αποτιμά τον προσυνεδριακό διάλογο και τις αποφάσεις του Συνεδρίου.

Διαβάζοντας τις θέσεις της ΚΕ μπορεί κανείς προχωρήσει σε ορισμένες παρατηρήσεις οι οποίες αρθρώνονται σε δύο επίπεδα: α) Το γενικό επίπεδο που αφορά τις γενικές κατευθύνσεις που προκύπτουν, ως βασικά στοιχεία της πολιτικής του ΚΚΕ για τα επόμενα χρόνια β) Το ειδικό επίπεδο που έχει να κάνει με επιμέρους αναφορές στο περιεχόμενο των Θέσεων.

Σε ότι αφορά το γενικό επίπεδο αυτό που παρατηρείται είναι μια μετατόπιση από παλαιότερες θέσεις του ΚΚΕ  η οποία μπορεί να συμπυκνωθεί στην αντίληψη πως υπάρχει ένας ισχυρός ελληνικός καπιταλισμός, (πάει πια η θεωρία της εξάρτησης και της υπανάπτυξης), ο οποίος έχει υιοθετήσει μια στρατηγική που αποσκοπεί στη διαρκή αποπτώχευση των λαϊκών στρωμάτων.

Από τη δική μας πλευρά σε μια τέτοια προσέγγιση οι αντιρρήσεις που θα είχαμε θα περιορίζονταν στις αντιφάσεις που η στρατηγική του ελληνικού καπιταλισμού δημιουργεί (βλ παρακ). Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι εδώ. Το πρόβλημα είναι πως παρά το ανέβασμα της αντικαπιταλιστικής ρητορείας και την υιοθέτηση και στο κείμενο των θέσεων ενός λόγου που απομακρύνεται από την παραδοσιακή αναπτυξιολογνεία και τον καταστροφισμό της Αριστεράς (αναγνώριση της πραγματικότητας των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, η Ελλάδα δεν παρουσιάζεται πια ως «εξαρτημένη Ψωροκώσταινα,) απουσιάζει ένας  συνολικός σχεδιασμός αντίστασης που θα απαντά στην κίνηση της άρχουσας τάξης. Αντί αυτού ακολουθεί μια αποτίμηση της δράσης του κόμματος σε διάφορους χώρους και στο τέλος υπάρχει ένας προγραμματισμός για το πώς το κόμμα θα μεγαλώσει περισσότερο και θα αυξήσει την επιρροή του. Και στο σημείο αυτό ολοκληρώνεται το κείμενο των Θέσεων. Με αυτό τον τρόπο το ΚΚΕ συνεχίζει την ίδια αδιέξοδη πολιτική μη προσφέροντας μια στρατηγική διεξόδου. Αντίθετα, με βάση και την ανάλυση ότι δεν μπορούν να υπάρχουν ρήγματα όσο διαρκεί η φάση της «αντεπανάστασης», επιμένει να προτάσσει την κομματική οικοδόμηση και να υπονομεύει συνειδητά κάθε προσπάθεια αγωνιστικής ταξικής ενότητας μέσα στο κίνημα, ανεβάζοντας τους σεχταριστικούς χωριστικούς τόνους και αδυνατώντας να δει διαλεκτικά τις αντιφάσεις μέσα στο εργατικό κίνημα και να ιεραρχήσει τα κρίσιμα μέτωπα θέτοντας ως το μόνο κριτήριο του για το ποιοι κλάδοι και χώροι είναι σημαντικοί είναι τα... εκλογικά αποτελέσματα του ΠΑΜΕ.

Με σε αυτό το πλαίσιο γίνεται προσπάθεια να δικαιολογηθεί η επιλογή του ΠΑΜΕ με το επιχείρημα πως αποτελεί τη «συσπείρωση των ταξικά προσανατολισμένων συνδικαλισμένων δυνάμεων» που «αναδείχτηκε σε πρωτοπόρα, διεύρυνε τα πεδία παρέμβασης και επιρροής του». Ωραία όλα αυτά αλλά αν υπήρχε και κάποια συγκεκριμένη απόδειξη της διεύρυνσης της επιρροής του ΠΑΜΕ στους εργασιακούς χώρους ή, το σημαντικότερο, μια σειρά από νικηφόρους αγώνες στο οποίους συνέβαλε το ΠΑΜΕ, τότε ο αυτοθαυμασμός θα ηχούσε και πιο πειστικός.

Η κομματική πόρωση φτάνει μέχρι του σημείου να θεωρείται ότι οι εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ είναι «εργατική αριστοκρατία. Το παρακάτω απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό: «Οι αγώνες που αναπτύχθηκαν στις πρώην ΔΕΚΟ από κλάδους με καλύτερους μισθούς και περισσότερη εργασιακή ασφάλεια δεν εμπνέουν τους εργάτες, τους νέους εργαζόμενους, καθώς δεν αμφισβητούν την κυρίαρχη πολιτική. Πρόκειται για αγώνες που χαρακτηρίζονται από συντεχνιασμό, δείχνουν συνειδητή αδιαφορία για τους εργαζόμενους με νέες εργασιακές σχέσεις, για τους εργαζόμενους σε εργολάβους» Κι όλα αυτά τη στιγμή που ενώ γίνεται τόση κριτική στις ΔΕΚΟ, για τους αυτοαπασχολούμενους αναφέρεται πως «Το Κόμμα ρίχνει ιδιαίτερο βάρος στους αυταπασχολούμενους χωρίς προσωπικό, καθώς είναι πιο ρεαλιστικό στις σημερινές συνθήκες να  δράσουν από κοινού με την εργατική τάξη». Ήδη αυτό που γίνεται σαφές είναι πως το ΚΚΕ προτιμά τη δουλειά στους αυταπασχολούμενους, που κατά βάση ανήκουν στη νέα μικροαστική τάξη, παρά με τμήματα των μισθωτών εργαζομένων των ΔΕΚΟ που κατά βάση ανήκουν στην εργατική τάξη! Υπάρχει όμως και συνέχεια γιατί αμέσως πιο κάτω υποστηρίζεται πως «Η κοινή δράση των αυτοαπασχολούμενων με τους εργατουπαλλήλους μπορεί να ασκήσει θετική αντίδραση και σε αυτούς που χρησιμοποιούν 1-2 ή 3 μισθωτούς ανάλογα με τον κύκλο εργασιών». Οπότε περνάμε ανοικτά σε συμμαχίες με στρώματα που εκμεταλλεύονται την εργατική δύναμη άλλων στρωμάτων! Άρα και ο εργοδότης και ο εργαζόμενος θα είναι από την ίδια πλευρά! Κι όχι μόνο αυτό αλλά ενώ δεν υπάρχει ένα πρόγραμμα για το πώς θα αναπτυχθούν εργατικοί αγώνες, για το ζήτημα της ανάπτυξης της ταξικής πάλης στους μικρομεσαίους  ο σχεδιασμός περισσεύει: «Η μαζική και συνδυασμένη συνδικαλιστική δουλειά να αναπτυχθεί και μέσα από την ίδρυση σωματείων μικρεμπόρων- επαγγελματιών κατά δήμο ή ομάδα όμορων δήμων!» Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν θα πρέπει να δημιουργεί εντύπωση το περιεχόμενο της Θέσης 103 όπου στις κεντρικές πρωτοβουλίες που θα πρέπει να πάρει η νέα ΚΕ προτάσσεται και η ανάγκη ανάδειξης της αξίας της αντιμονοπωλιακής συμμαχίας

 Το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι μια σαφής αμηχανία σχετικά με το πώς θα μπορούσε το ΚΚΕ να παρέμβει ενεργητικά στην κρίση του ΠΑΣΟΚ περιοριζόμενο στη διαπίστωση πως υπάρχει μια επιχείρηση ανάκαμψης που δρομολογείται από τα αστικά επιτελεία. Χωρίς να διαφωνούμε καθόλου πως συμβαίνει κάτι τέτοιο αυτό που θα πρέπει να απασχολήσει το ΚΚΕ, αλλά και το σύνολο της Αριστεράς, είναι το τι κάνει ώστε να μην υπάρξει επανασυσπείρωση των λαϊκών στρωμάτων προς το ΠΑΣΟΚ. Για το βασικό ζήτημα δεν είναι η γενικόλογη καταγγελία και οι αυτάρεσκες κομματικές παρελάσεις, αλλά η ανάληψη πρωτοβουλιών για τη συγκρότηση απεργιακών μετώπων που θα φέρουν νικηφόρα αποτελέσματα, και εδώ η απουσία του ΚΚΕ είναι πολύ έντονη.

Αυτό συμβαίνει, διότι επί της ουσίας δεν δίνεται άλλη προοπτική πέραν από την κομματική οικοδόμηση και κεφαλαιοποίηση. Διαφορετικά ειπωμένο η μηχανιστική ανάγνωση της συγκυρίας και της κρίσης του κομμουνιστικού κινήματος μέσα από το σχήμα της «αντεπανάστασης» έχει ως συνέπεια να θεωρείται ότι δεν υπάρχουν πραγματικές πολιτικές ευκαιρίες για την Αριστερά για να παρέμβει και να εκπροσωπήσει τα λαϊκά στρώματα, να υποτιμούνται οι αντιφάσεις του νεοφιλελευθερισμού και τα ρήγματα που ανοίγονται, θεωρώντας ότι όσο δεν ανασυγκροτείται το επαναστατικό κέντρο και όσο δεν ενισχύεται η ταξική συνείδηση, δεν μπορούν ούτε οι αγώνες να νικήσουν, ούτε ο συσχετισμός δύναμης να αλλάξει

 Στο πιο ειδικό επίπεδο και λόγο των περιορισμών της έκτασης που κάθε άρθρο έχει θα αναφερθούμε πολύ συνοπτικά σε 4 επιμέρους ζητήματα τα οποία θεωρούμε πως έχουν μια αξία γιατί αναδεικνύουν πραγματικές αντιφάσεις περιγράφοντας ταυτόχρονα τα όρια της πολιτικής του ΚΚΕ. Πρόκειται για: α) την ανάπτυξη του ελληνικού καπιταλισμού β) το ζήτημα του Διεθνούς Δικαίου  γ) το Κυπριακό δ) το κίνημα της νεολαίας

Το ΚΚΕ στην προσπάθεια  του να περιγράψει το δυναμισμό του ελληνικού καπιταλισμού αδυνατεί  να κατανοήσει την ύπαρξη αντιφάσεων εντός της ελληνικής αστικής στρατηγικής. Γιατί μπορεί ορισμένοι κλάδοι να εμφανίζουν βελτίωση των εξαγωγικών τους επιδόσεων και άμεσες ξένες επενδύσεις να διπλασιάζονται, το ΑΕΠ να αυξάνεται, αλλά πολλοί άλλοι εμφανίζουν σοβαρά προβλήματα με αποτέλεσμα το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου να συνεχίζει να κινείται στα γνώριμα επίπεδα της τελευταίας τεσσαρακονταετίας, γεγονός που δείχνει πως το βασικό πλεονέκτημα της ελληνικής αστικής τάξης, ως σύνολο, παραμένει η υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης μέσω των χαμηλών μισθών,  της επέκτασης των ελαστικών εργασιακών σχέσεων και της επιμήκυνσης του εργάσιμου χρόνου, δηλαδή για παραμέτρους που δημιουργούν συγκεκριμένα όρια στις δυνατότητες ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού. Κι όλα αυτά μέσα σε μια περίοδο που και οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων αυξάνουν αλλά και ο δανεισμός των εταιρειών και των νοικοκυριών πολλαπλασιάζεται φαλκιδεύοντας τις προοπτικές περαιτέρω καπιταλιστικής ανάπτυξης.    

Το χαριτωμένο είναι πως παρότι υπάρχει ένας ενθουσιασμός νεοφώτιστου σχετικά με το πόσο καλά τα πηγαίνει ο ελληνικός καπιταλισμός, επικρατεί μια εσκεμμένη ασάφεια για τη θέση του στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Στη θέση 32 διαβάζουμε πως μέσα στην επόμενη τετραετία, οπότε θα διεξαχθεί και το επόμενο συνέδριο του ΚΚΕ, δεν αναμένεται αξιοσημείωτη μεταβολή στη θέση του ελληνικού καπιταλισμού, μόνο που πουθενά δεν μαθαίνουμε ποια είναι αυτή η θέση. Δεν πρόκειται φυσικά για παράλειψη. Προφανώς η διαμάχη των τάσεων σχετικά με το αν είναι εξαρτημένος ο ελληνικός καπιταλισμός δεν έχει καταλήξει κάπου, παρά μόνο πως ότι και να είναι αυτός ο καπιταλισμός αναπτύσσεται ραγδαία, με αποτέλεσμα την επιλογή «προσεκτικών’ διατυπώσεων που τα χωράνε όλα

Για το ζήτημα του Διεθνούς Δικαίου στη Θέση 2 χαρακτηριστικά αναφέρεται πως «Το Διεθνές Δίκαιο όπως το γνώρισαν οι λαοί στην περίοδο της ενεργητικής παρουσίας και δράσης του σοσιαλιστικού συστήματος  στις διεθνείς υποθέσεις δεν υπάρχει». Συγγνώμη, αλλά το χωρίο αυτό χρήζει τριών παρατηρήσεων. Καταρχήν, αν καταλαβαίνουμε καλά, στην περίοδο που υπήρχε η ΕΣΣΔ υπήρχε και διεθνές δίκαιο. Και εμείς που νομίζαμε, και νομίζουμε, πως δεν  υπήρχε ούτε υπάρχει γενικώς και αορίστως διεθνές δίκαιο, αλλά συσχετισμοί εντός της ιμπεριαλιστής αλυσίδας, συσχετισμοί που άλλοτε βάζουν τη σφραγίδα τους οι αγώνες των λαών και άλλοτε οι σχεδιασμοί των ιμπεριαλιστικών κρατών. Έπειτα, σε μια σειρά από σοβαρότατες καταπατήσεις του φερόμενου ως Διεθνούς Δικαίου ποιος ήταν ο ρόλος της ΕΣΣΔ; Συναίνεσε ή όχι η ΕΣΣΔ, και μάλιστα επί Στάλιν, στη δημιουργία του Κράτους του Ισραήλ και στην δημιουργία του Παλαιστινιακού προβλήματος; Στο ζήτημα της κατοχής της Κύπρου, ποια ήταν η λυσσαλέα αντίδραση των σοβιετικών που κατέληξε στην άρον- άρον φυγή του εισβολέα; Τελευταίο, αλλά καθόλου έσχατο, στις περιπτώσεις της Ουγγαρίας το 1956 ή της Τσεχοσλοβακίας το 1968  τηρήθηκε κάποιου είδους «διεθνές δίκαιο»; Κι αν όχι μήπως θυμούνται στο ΚΚΕ ποιος το παραβίασε;   

Υπάρχουν βεβαίως και ζητήματα στα οποία η στάση του ΚΚΕ αγγίζει τα όρια του καθαρού οπορτουνισμού. Για παράδειγμα στην  θέση 20 διαβάζουμε πως το ΚΚΕ στάθηκε  στο πλάι του κυπριακού λαού ενάντια στο σχέδιο Ανάν. Πράγματι έτσι είναι και είναι προς τιμή του ΚΚΕ που κράτησε τέτοια στάση όταν όχι μόνο ο Συνασπισμός αλλά τμήματα της Ριζοσπαστικής αριστεράς (Δίκτυο, ΟΚΔΕ- Σπάρτακος) τάσσονταν κριτικά υπέρ της εφαρμογής του. Ωστόσο αμέσως πιο κάτω διαβάζουμε πως το ΚΚΕ στηρίζει την πρωτοβουλία της Κυπριακής προεδρίας, όπου με τη συνεργασία ΑΚΕΛ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ, προσπαθεί για την επίτευξη βιώσιμης λύσης για το Κυπριακό. Εδώ τα προβλήματα είναι δύο λογιών: σε ότι αφορά τη διακυβέρνηση της Κύπρου το ΑΚΕΛ έχει συμμαχήσει εδώ και πολλά χρόνια με την ΕΔΕΚ και το ΔΗΚΟ που πολιτικά βρίσκονται σε πολύ πιο συντηρητικές θέσεις  απ’ ότι η Ανανεωτική Συσπείρωση του Συν, αλλά εδώ ως εκδήλωση βαθιού «προλεταριακού διεθνισμού» προς το ΑΚΕΛ, το ΚΚΕ ποιεί την ανάγκη φιλοτιμία. Από εκεί και πέρα από πού κι ως πού οι κινήσεις Χριστόφια που έχουν τις ευλογίες των ΗΠΑ και της Βρετανίας αφενός αποτελούν αντιμπεριαλιστικές πρακτικές αλλά και πού είδε το ΚΚΕ πως τυγχάνουν της έγκρισης του ΔΗΚΚΟ και της ΕΔΕΚ, που από την αρχή έχουν εκφράσει πληθώρα αντιρρήσεων για το περιεχόμενο και την κατεύθυνση αυτής της πρωτοβουλίας;  

Ένα τελευταίο σημείο αφορά το χώρο της σπουδάζουσας νεολαίας, ένα χώρο που τα τελευταία δύο χρόνια συγκλονίστηκε από ένα ρωμαλέο κίνημα που κατόρθωσε  να ακυρώσει τη συνταγματική μεταρρύθμιση και να παγώσει τις βασικές πλευρές του νόμου- πλαισίου. Κάποιος αιθεροβάμων θα περίμενε να βρει κάποια ψήγματα αυτοκριτικής σχετικά με στάση της ΚΝΕ όπου στην πρώτη περίοδο του κινήματος σαμποτάροντας τις ενωτικές διαδικασίες και κατηγορώντας τα ΕΑΑΚ για φιλοπασοκισμό (!) βρέθηκε να είναι ουρά των κινητοποιήσεων. Και να κατανοήσουμε πως δεν είναι πάντα εύκολο να υπάρξουν, και δημόσια, τέτοιες πικρές διαπιστώσεις. Από τη σημείο όμως αυτό μέχρι τη θέση 71 όπου αναφέρεται πως η ΚΝΕ «επεξεργάζεται την τακτική της στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ σε ένα σύνθετο και δύσκολο χώρο, όπου πέρα από τις οργανώσεις των νεολαιών των άλλων πολιτικών κομμάτων δρουν αναρχοαυτόνομες αντικομμουνιστικές ομάδες, οι οποίες σε συνεργασία με τις δυνάμεις του ΣΥΝ/ ΣΥΡΙΖΑ δρουν διαλυτικά και αποπροσανατολιστικά στο κίνημα», υπάρχει μεγάλη διαφορά η οποία φίλοι του ΚΚΕ συμπυκνώνεται σε μία μόνο λέξη: τσίπα!

Συμπερασματικά το ΚΚΕ βρίσκεται σε μια πορεία μεταλλαγής η οποία όμως σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο στην προσέγγιση που έχει για τον ελληνικό καπιταλισμό. Από εκεί και πέρα ο μονόδρομος της κομματικής οικοδόμησης, η έλλειψη πίστης στη δυνατότητα εργατικών νικών, η επικέντρωση στην αντίληψη πως όλα τα θα τα λύσει ο σοσιαλισμός όταν θα έρθει, που όμως δεν μπορεί να έρθει μέχρι να ξαναδημιουργηθεί το διεθνές σοσιαλιστικό, όλα αυτά συνθέτουν ένα σκηνικό που το έχουμε ξαναδεί και που γίνεται όλο και πιο ανούσιο σε ότι αφορά τις σημερινές ανάγκες για όξυνση της   ταξικής πάλης και ανάδειξη των αντιφάσεων του κεφαλαίου