Ελληνικό ενεργειακό ναυάγιο στη Μεσόγειο

Γιώργος Π. Παυλόπουλος

Η ανακοίνωση αποχώρησης της EXXON MOBIL από την Κύπρο την περασμένη βδομάδα είναι το πρώτο βήμα σε μια αλυσίδα ενεργειών που αναμένονται το επόμενο διάστημα να εξελιχθεί στον ενεργειακό χάρτη της περιοχής της ανατολικής Μεσογείου. Επίσημα, η αποχώρηση αποδόθηκε στις δυσκολίες λόγω κορονοϊού, τα πραγματικά αίτια όμως είναι βαθύτερα. Οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες που το ήδη προβληματικό σχέδιο για το ελληνικό και κυπριακό “ενεργειακό Ελντοράντο” στην ανατολική Μεσόγειο οδηγείται σε αναβολή για μεγάλο διάστημα ή σε ακύρωση.

Ο συνδυασμός “μικρομεγαλισμού” και συγχρόνως υποτέλειας της ελληνικής αστικής τάξης και των πολιτικών εκφραστών της, είχε πρόσφορο πεδίο στο θέμα της ΑΟΖ και της υποτιθέμενης απογείωσης της χώρας μέσω της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην λεκάνη της ανατολικής Μεσογείου. Είναι ένα θέμα που οι οικονομικές του πτυχές κλείδωναν με τον πολιτικό προσανατολισμό της χώρας. Σύμφωνα με αυτή την κυρίαρχη προσέγγιση, υπάρχουν τεράστια και εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα αερίου εντός της ελληνικής θαλάσσιας δικαιοδοσίας που θα απογειώσουν την χώρα, και η εξασφάλιση τους προϋποθέτει την δημιουργία ενός άξονα με ΗΠΑ-Ισραήλ και συμπληρωματικό παίκτη τη Γαλλία. Ο άξονας αυτός σφραγίζεται αφενός με την παρουσία των εταιρειών των αντίστοιχων χωρών στην εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, αφετέρου με την κατασκευή ενός αγωγού φυσικού αερίου που θα έφερνε όλο το αέριο από Ισραήλ, Κύπρο και Ελλάδα στην Ευρώπη και επιπλέον θα λειτουργούσε σαν αντίβαρο των ρωσικών ενεργειακών συμφερόντων.

Θεωρήθηκε επίσης ότι αυτή η στρατηγική θα εξασφάλιζε κατοχύρωση της ελληνικής ΑΟΖ και προστασία έναντι των τουρκικών διεκδικήσεων. Στο πλαίσιο αυτό εκχωρήθηκαν θαλάσσια οικόπεδα από την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία στους ενεργειακούς κολοσσούς EXXON MOBIL, TOTAL, ENI και ΕNERGEAN. Ειδικά η παρουσία της EXXON MOBIL θεωρήθηκε καταλυτική, γιατί είναι η μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου και η εμπλοκή της υποτίθεται ότι θα έφερνε την αμέριστη υποστήριξη των ΗΠΑ.

Όλο αυτό το σχέδιο είχε από την αρχή πολλές οικονομικές και πολιτικές αδυναμίες. Όμως οι τελευταίες εξελίξεις με τον κορονοϊό θα τις οξύνουν. Πρώτη μεγάλη πρόκληση είναι η ραγδαία πτώση των τιμών του πετρελαίου και κατά συνέπεια και του φυσικού αερίου. Η οικονομική κρίση και η μη συμφωνία των πετρελαιοπαραγωγών χωρών σε μιαν ουσιαστική μείωση της παραγωγής, είχε ως αποτέλεσμα την πτώση της τιμής του πετρελαίου κατά 50% σε 2 μήνες. Σήμερα το βαρέλι Brent κυμαίνεται περίπου στα 25 δολάρια, ενώ το προθεσμιακό συμβόλαιο Μαϊου του αμερικανικού αργού έφθασε χθες Δευτέρα να αποτιμάται αρνητικά για πρώτη φορά στην ιστορία. Με τέτοιες τιμές η εκμετάλλευση υποθαλάσσιων κοιτασμάτων αερίου και πετρελαίου καθίσταται στις περισσότερες περιπτώσεις μη συμφέρουσα. Για να γίνει κατανοητή η κατάσταση, σημειώνεται ότι τα υποθαλάσσια κοιτάσματα σε βάθος άνω των 500 μέτρων θεωρούνται εκμεταλλεύσιμα σε τιμές πετρελαίου άνω των 35-40 δολαρίων το βαρέλι, οι οποίες αυξάνονται ανάλογα με το βάθος άντλησης. Κάποιοι θα ισχυριστούν ότι η κρίση είναι προσωρινή, και οι τιμές θα ανακάμψουν, όμως θεωρείται απίθανο να δούμε τιμές στα 70+ δολάρια (όπως μέχρι πριν 3-4 χρόνια) που έκαναν υποθαλάσσια κοιτάσματα άκρως ενδιαφέροντα .

Δεύτερη αιτία υποχώρησης του σχεδίου είναι η κατάσταση των ίδιων των πετρελαϊκών εταιρειών. Η κρίση βρίσκει τις περισσότερες από αυτές υπερδανεισμένες, με επενδύσεις σε πεδία που δεν είναι σήμερα αποδοτικά (π.χ. σε υψηλού κόστους εξορύξεις ή στο τομέα του σχιστολιθικού αερίου). Συσσωρεύουν πλέον τεράστιες ζημιές και η δυνατότητα τους να αναλάβουν νέες επενδύσεις στο μέλλον μειώνεται.

Το ενδιαφέρον στην περίπτωση μας είναι ότι το “μεγάλο χαρτί” που υποτίθεται αποτελεί η EXXON MOBIL συνιστά μία από τις πιο προβληματικές εταιρείες εκ των μεγάλων του κλάδου. Ως γνωστόν, η EXXON MOBIL είναι η μεγαλύτερη από τις λεγόμενες παλαιότερα ‘Επτά μεγάλες αδελφές’ του πετρελαίου, που σήμερα μετά από συγχωνεύσεις έμειναν τέσσερις (EXXON, BP, CHEVRON, SHELL). Είναι όμως αυτή με τα πιο προβληματικά οικονομικά στοιχεία ήδη πριν την κρίση. Οι τράπεζες την πίεζαν ήδη από το 2017 να προχωρήσει σε εκποίηση περιουσιακών στοιχείων, αναγκάστηκε να συζητά την πώληση των επενδύσεων της στη Βόρεια Θάλασσα, η τιμή της μετοχής είχε πέσει (π.χ. από 104 δολάρια το 2014 στα 43 δολάρια σήμερα), υπήρχαν έντονα παράπονα στην τελευταία Γενική Συνέλευση μετόχων, κ.ο.κ .

Είναι λοιπόν μάλλον δύσκολο μια εταιρεία με τόσα προβλήματα ρευστότητας να αναλάβει να επενδύσει σε project υψηλού κινδύνου όπως στην ανατολική Μεσόγειο. Αντίθετα, πιο πιθανό είναι αντί για επένδυση να προβεί σε αποεπένδυση, δηλαδή να πουλήσει τα μερίδια της στην ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ σε άλλες εταιρείες. Δεν είναι ευφάνταστο σενάριο το ενδεχόμενο οι συμμετοχές να πουληθούν και να προκύψουν ‘θέματα’.

Σε ό,τι,πάλι, αφορά την γαλλική εταιρία TOTAL, μπορεί να μην έχει τα προβλήματα της EXXON αλλά και αυτή αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες και θα περικόψει δραστηριότητες και έξοδα όπως δήλωσε ο γενικός διευθυντής της (π.χ. μίλησε για “τρύπα 9 δισ. ευρώ”).

Το τρίτο θέμα, το οποίο πρέπει να θεωρείται ότι μάλλον θα θαφτεί οριστικά, είναι ο περίφημος αγωγός East Med. Από την αρχή ήταν ένας αγωγός που δεν πληρούσε βασικές οικονομικές παραμέτρους. Ηταν τρεις φορές πιο ακριβός από εναλλακτικές διαδρομές, δεν υπήρχε χρηματοδοτικό σχήμα και η βιωσιμότητα του ήταν αμφίβολη, με τιμές φυσικού αερίου χαμηλές. Αν αυτό ίσχυε στο παρελθόν, σήμερα απλώς και μόνο αποτελεί κακόγουστο αστείο. Χρηματοδότηση σήμερα από ΗΠΑ η Ευρώπη για αγωγό κόστους πάνω από 7,5 δις ευρώ για κοιτάσματα που ενδέχεται να είναι οριακά αποδοτικά δεν υπάρχει.

Θα μπορούσαν κάποιοι να ισχυριστούν ότι πρέπει να δούμε τα πράγματα μακροπρόθεσμα, είτε γιατί οι οικονομικές συνθήκες θα βελτιωθούν, είτε γιατί τα ενεργειακά θέματα είναι στρατηγικός τομέας της χώρας. Όμως αν η ελληνική αστική τάξη και το πολιτικό προσωπικό της είχε όντως μακροπρόθεσμη στρατηγική, θα φρόντιζε τουλάχιστον να έχει στοιχειώδη έλεγχο και μέσα για να παρέμβει, ώστε να επηρεάζει καθοριστικά το παιγνίδι. Η πρώτη παράμετρος για να το επιτύχει είναι να υπάρχουν κρατικές εταιρίες που την κρίσιμη στιγμή να παρεμβαίνουν και μακροπρόθεσμα να αποκτούν τεχνολογία και έσοδα από την ενδεχόμενη εκμετάλλευση των κοιτασμάτων. Τι έκαναν όμως οι κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ; Συνομολόγησαν να ξεπουληθούν σε ξένους οι δυο μεγαλύτερες κρατικές εταιρίες που θα μπορούσαν να στηρίξουν η να επωφεληθούν από πιθανά κοιτάσματα. Ξεπούλησαν τα ΕΛΠΕ και την ΔΕΦΑ, για να μην αναφέρουμε άλλες περιπτώσεις. Αυτά δεν τα κάνει όχι μόνο σοβαρή ευρωπαϊκή χώρα, αλλά ούτε και εξωνημένες αραβικές δυναστείες. Αντίθετα παρατηρούμε ότι μια γειτονική χώρα ακολούθησε πιο διορατική πολιτική, αν κρίνουμε από τις κινήσεις της Turkish Petroleum.

Δεν είναι σκοπός του παρόντος να αναλύσει αν πρέπει να προχωρήσουμε σε εκμετάλλευση των ενδεχόμενων κοιτασμάτων και με ποιόν τρόπο θα μπορούσε να γίνει. Αυτό που πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι ότι μια ακόμη από τις ‘μεγάλες αφηγήσεις’ για την ανάκαμψη της χώρας που προωθούσε όλο το επίσημο πολιτικό και οικονομικό προσωπικό, θα μείνει για αρκετό διάστημα στον πάτο της Μεσογείου.