Γιατί ο Μακρόν πρότεινε να σπάσει το «ταμπού» για την παρουσία στρατιωτών του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία

Παναγιώτης Σωτήρης

Στην ίδια του τη χώρα οι αντιδράσεις ήταν αρνητικές και ήρθαν από όλο το πολιτικό φάσμα. «Ο πόλεμος κατά της Ρωσίας θα ήταν μια τρέλα», έσπευσε να γράψει στο X (πρώην Twitter) ο επικεφαλής της Ανυπότακτης Γαλλίας Ζαν-Λυκ Μελανσόν θεωρώντας ανεύθυνη την πρόταση του Γάλλου προέδρου. Ο πρώτος γραμματέας του Σοσιαλιστικού Κόμματος, Ολιβιέ Φωρ, μίλησε για μια «ανησυχητική προεδρική ελαφρότητα». Ο γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, Φαμπιέν Ρουσέλ υποστήριξε ότι ο Γάλλος πρόεδρος απειλεί να εμπλέξει τη Γαλλία και την Ευρώπη σε μια τρομακτικά επικίνδυνη πολεμική κλιμάκωση. Ο πρόεδρος των Ρεπουμπλικανών, Ερίκ Σιότι, μίλησε για μια διακήρυξη γεμάτη βαριές επιπτώσεις, ενώ η Μαρίν Λεπέν, από τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό υποστήριξε ότι «ο Εμανουέλ Μακρόν παίζει τον πολέμαρχο, αλλά είναι για την ζωή των παιδιών μας που μιλάει με τόση απερισκεψία».

Η αφορμή ήταν οι δηλώσεις του Εμανουέλ Μακρόν στο τέλος μιας διεθνούς συνάντησης κορυφής για την υποστήριξη της Ουκρανίας όπου είπε ότι το θέμα ήταν μία από τις επιλογές που τέθηκαν στη συζήτηση των ηγετών, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι σήμερα δεν υπάρχει συναίνεση για μια τέτοια αποστολή με τρόπο επίσημο, αλλά προσθέτοντας με αρκετή «στρατηγική αμφισημία» ότι «Σε καμιά περίπτωση δεν είπα ότι η Γαλλία δεν ήταν υπέρ».

 

Σκληρή ρωσική αντίδραση

Από την άλλη, η Ρωσία έσπευσε να κάνει σαφές δια στόματος του Ντμίτρι Πεσκόφ, εκπροσώπου Τύπου του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και τη Ρωσία: «Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να μιλήσουμε όχι για την πιθανότητα αλλά για το αναπόφευκτο (μιας σύγκρουσης)», είπε χαρακτηριστικά, για να συμπληρώσει «αυτές οι χώρες πρέπει επίσης να εκτιμήσουν και να έχουν επίγνωση αυτού και να αναρωτηθούν εάν αυτό αντιστοιχεί στα συμφέροντά τους, όπως και στα συμφέροντα των πολιτών αυτών των χωρών».

Πιο γλαφυρή, η εκπρόσωπος Τύπου του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών έσπευσε να ρωτήσει στο κανάλι της στο Telegram τον Γάλλο Πρόεδρο, εάν αποφάσισε να οργανώσει τη «Μεραρχία Καρλομάγνος ΙΙ για να υπερασπιστεί το καταφύγιο του Ζελένσκι», υπενθυμίζοντας την ιστορία (και τη μοίρα) της γαλλικής μεραρχίας SS Charlemagne που στη μάχη του Βερολίνου το 1945 ήταν από τους τελευταίους υπερασπιστές του υπερασπιστές του Ράιχσταγκ και της Καγκελαρίας του Ράιχ.

 

Επιφυλακτικοί οι άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες

Ωστόσο, οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι φάνηκαν αμέσως να παίρνουν αποστάσεις από τις δηλώσεις του Γάλλου προέδρου. «Δεν θα υπάρξουν στρατιώτες στο έδαφος της Ουκρανίας από ευρωπαϊκές χώρες ή το ΝΑΤΟ» έσπευσε να ξεκαθαρίσει ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς. Αντίστοιχα, τόσο ο Τσέχος πρωθυπουργός Πετρ Φιάλα και ο Πολωνός ομόλογός του Ντόναλντ Τουσκ ξεκαθάρισαν ότι ούτε οι δικές τους χώρες σκέφτονται να στείλουν δικούς του στρατιώτες στο έδαφος της Ουκρανίας. Αντίστοιχες δηλώσεις έκανε και ο υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας αλλά και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ είπε ότι δεν υπάρχουν σχέδια για παρουσία στρατιωτών του ΝΑΤΟ στο έδαφος της Ουκρανίας.

Από τη μεριά ο ίδιος ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι ξεκαθάρισε ότι στρατιώτες του ΝΑΤΟ θα πολεμήσουν στο έδαφος της Ουκρανίας μόνο όταν Ουκρανία γίνει πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ.

 

Γιατί επέλεξε μια τέτοια δήλωση τώρα ο Μακρόν;

Το κρίσιμο ερώτημα είναι γιατί επέλεξε να κάνει μια τέτοια δήλωση τώρα ο Εμανουέλ Μακρόν, ιδίως από τη στιγμή που γνώριζε ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ούτε συναίνεση ούτε διάθεση.

Ίσως απάντηση να βρίσκεται στον συνδυασμό ανάμεσα στο συσχετισμό που δείχνει να διαμορφώνεται στα πεδία των μαχών στην ανατολική Ουκρανία και το αμερικανικό πολιτικό σκηνικό.

Γιατί από τη μια έχουμε την εμφανή αδυναμία της Ουκρανίας να κρατήσει το σύνολο των σημερινών θέσεών της και το επίσης εμφανές πλεονέκτημα της Ρωσίας που δείχνει πολύ πιο προετοιμασμένη να συνεχίσει αυτό τον πόλεμο φθοράς προς όφελός της έχοντας μικρές αλλά σημαντικές νίκες.

Δηλαδή, έναν συσχετισμό δύναμης που δεν παραπέμπει στην ήττα της Ρωσίας αλλά πολύ περισσότερο στη νίκη της, με το ερώτημα να μην είναι πια πώς θα τιμωρηθεί το Κρεμλίνο, αλλά πώς θα περιοριστούν τα όρια αυτής της νίκης λίγο πολύ στην τωρινή «γραμμή επαφής», παρά σε ακόμη μεγαλύτερες απώλειες εδάφους για την Ουκρανία.

Και από την άλλη, έχουμε την ενδεχόμενη εκλογή Τραμπ τον Νοέμβριο στις ΗΠΑ, που για πολλούς θα σηματοδοτήσει μια μερική αναδίπλωση και απεμπλοκή των ΗΠΑ, κάτι που με τη σειρά του θα κάνει ακόμη πιο πιθανή μια νίκη της Ρωσίας με τους όρους που περιγράψαμε πιο πάνω.

Όλα αυτά διαμορφώνουν μια συνθήκη όπου όχι μόνο ο διακηρυγμένος στόχος της Δύσης – και ειδικά των Ευρωπαϊκών χωρών – για μια καθαρή ήττα της Ρωσίας όχι μόνο απομακρύνεται αλλά και γίνεται όλο και πιο δύσκολο ακόμη και το ενδεχόμενο μιας «παγωμένης σύγκρουσης» που θα φθείρει τη Ρωσία.

Μόνο που αυτό είναι εύλογο να γεννά και αντανακλαστικά για το πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί αυτό. Και καθώς ορισμένες «κόκκινες γραμμές» που ήδη έχουν σπάσει δεν είχαν την απόδοση που αναμενόταν, από τη χορήγηση πυραυλικών συστημάτων για χτυπήματα εντός ρωσικού εδάφους, έως την «τεχνική υποστήριξη» των πληγμάτων σε βάρος πλοίων του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, είναι εύλογο κάποιοι να σκέφτονται να περάσουν στο επόμενο επίπεδο.

Αντέχει η Ευρώπη μια επέκταση της σύγκρουσης;

Μόνο που αυτό που δεν ομολογείται είναι ότι τυχόν εμπλοκή στρατιωτικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ στη σύγκρουση, σημαίνει κλιμάκωση της σύγκρουσης, μια που ουσιαστικά τη γενικεύει, καθώς η Ρωσία σε μια τέτοια περίπτωση θα δοκιμάσει να δείξει, με κάθε τρόπο, ότι η εμπλοκή αυτή έχει κόστος για δυνάμεις που αποφάσισαν να εμπλακούν.

Και όπως και να το δει κανείς υπάρχει μια μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε μια σύγκρουση που συμβαίνει στην Ευρώπη και σε μια σύγκρουση στην οποία συμμετέχει όλη η Ευρώπη.

Ιδίως μάλιστα όταν μια σύγκρουση του ΝΑΤΟ με τη Ρωσία σημαίνει μια σύγκρουση ανάμεσα σε πυρηνικές δυνάμεις, κάτι που ανοίγει δρόμους που είναι εκτός του όποιου πλαισίου συζητούσαμε εδώ και δεκαετίες.

Την ίδια ώρα το ενδεχόμενο γίνεται ακόμη πιο δύσκολο, γιατί εάν είναι να μιλάμε όχι για ΝΑΤΟϊκή (άρα με τους Αμερικανούς να αναλαμβάνουν το κύριο βάρος), αλλά για ευρωπαϊκή πρωτοβουλία, τότε τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα, καθώς μέχρι τώρα όλα τα σχέδια για διαμόρφωση μιας αυτοτελούς ευρωπαϊκής αμυντικής υποδομής και πρωτίστως δύναμης, μέχρι τώρα δεν έχουν ακριβώς ευοδωθεί.

 

Το αδιέξοδο παρατείνεται

Όλα αυτά απλώς αποτυπώνουν το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε σε σχέση με τον πόλεμο στην Ουκρανία. Την ώρα που διαμορφώνεται ένας συσχετισμός υπέρ της Ρωσίας, που δύσκολα μπορεί να ανατραπεί ακόμη και με το αμερικανικό σχέδιο για «αντοχή» ενός έτους για ανασυγκρότηση και αντεπίθεση, οι χώρες της Δύσης αδυνατούν να σκεφτούν έναν βηματισμό που να ενσωματώνει αυτό το δεδομένο και επιμένουν στους αρχικά διατυπωμένους στόχους. Αυτό εξηγεί γιατί – σε επίπεδο ρητορικής τουλάχιστον – εμφανίζονται στόχοι που παραπέμπουν σε ακόμη μεγαλύτερη (και σαφώς πιο επικίνδυνη) κλιμάκωση.