Σχετικά με τα νέα Κράτη- Προτεκτοράτα

Σχετικά με τα νέα Κράτη- Προτεκτοράτα[1]

Του Σπύρου Σακελλαρόπουλου

 

1) Εισαγωγή

Μετά την πτώση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού», πέραν των υπολοίπων εξελίξεων, διαπιστώνεται και μια επαναφορά ενός θεσμικού καθεστώτος που στο παρελθόν είχε εμφανιστεί πολλές φορές σε διαφορετικά μέρη και ιστορικές περιόδους.  Αναφερόμαστε στο Κράτος- Προτεκτοράτο. Αυτό που θα επιχειρήσουμε να δείξουμε με την εργασία αυτή είναι πως η σταδιακά ο σύγχρονος Ιμπεριαλισμός θα συσχετίσει τη δημιουργία Προτεκτοράτων με τις ιδιαίτερες μορφές που λαμβάνει η στρατηγική του. Θα διαπιστώσουμε πως η αρχικά μετριοπαθής και χρονικά περιορισμένη εφαρμογή του καθεστώτος του Προτεκτοράτου, σε ένα δεύτερο χρόνο θα  πάρει πιο αυταρχικά και μόνιμα χαρακτηριστικά.

 

  1. Τα Προτεκτοράτα μέχρι τη δεκαετία του ‘80

Με τον όρο Προτεκτοράτο, τουλάχιστον μέχρι τη δεκαετία του ’80, οριζόταν η σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ ενός ισχυρού εθνικού κράτους  και ενός αδύναμου κράτους ή περιοχής η οποία δεν αναγνωρίζεται ως κράτος διατηρώντας  μόνο τμήμα του ελέγχου των εσωτερικών του υποθέσεων. Συνήθως τα προτεκτοράτα είναι αποτέλεσμα μιας πολεμικής σύρραξης με την παράλληλη ύπαρξη ενός ευπαθούς πληθυσμού και μιας κατεστραμμένης οικονομίας, ο ντόπιος πληθυσμός παίζει ένα περιθωριακό ρόλο στην εξέλιξη των πραγμάτων, η αρχικά πρόσκαιρη παρουσία των «προστάτιδων δυνάμεων» συνήθως τείνει να πάρει μόνιμα χαρακτηριστικά ακόμα και μετά την τυπική μετάβαση σε καθεστώς ανεξαρτησίας, ενώ  βασικό στοιχείο αποτελεί και η απουσία οποιασδήποτε λογοδοσίας (Medjad χχ). 

Αναμφίβολα μορφές προτεκτοράτων μπορεί κανείς να διαπιστώσει και σε προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής με ενδεικτικά παραδείγματα αυτά που είχαν δημιουργηθεί στον αρχαίο κόσμο (Αίγυπτος, Ελλάδα, Ρώμη), αλλά και στην περίοδο διαφορετικών φάσεων καπιταλιστικής ανάπτυξης: Προτεκτοράτο ήταν η Ινδία,  η Αίγυπτος ακόμα και τα Ιόνια νησιά. Στη διάρκεια του μεσοπολέμου η Κοινότητα των Εθνών εγκαθίδρυσε την έννοια του «mandate system» έτσι ώστε να υπάρχει μια συνολική ρύθμιση για τη Βρετανική κυριαρχία στην Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία και την Γαλλική κυριαρχία στη Συρία.  Η διαφορά σε σχέση με το παρελθόν είναι πως δημιουργήθηκε ένα διεθνές νομικό σύστημα για το σχηματισμό προτεκτοράτων το οποίο βασίζεται στο γεγονός πως ενώ ρητά ομολογήθηκε πως οι κάτοικοι των συγκεκριμένων  περιοχών δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις δύσκολες απαιτήσεις της εποχής, αναδύεται ένα καθεστώς όπου οι αποικιακές φιλοδοξίες Βρετανών και Γάλλων πρέπει να συμβιβαστούν με την αμερικανική πολιτική περί αυτοκαθορισμού(Isserof 2003)- απότοκο της υιοθέτησης από την πλευρά των ΗΠΑ της στρατηγικής της μη- επικρατειακού ιμπεριαλισμού (Sakellaropoulos- Sotiris 2007). Για το λόγο αυτό επιλέγεται η έννοια της εντολής ελέγχου (mandate) που δίνεται από την Κοινότητα σε αντιδιαστολή με την άμεση προσάρτηση υπό την αποκλειστική ευθύνη ενός συγκεκριμένου Ιμπεριαλιστικού Κράτους.

 Το ενδιαφέρον είναι πως από το τέλος του β’ παγκοσμίου πολέμου και δεδομένης της δυναμικής των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων και μέχρι την πτώση των ανατολικών καθεστώτων η δημιουργία πάσης φύσης και τύπου προτεκτοράτων γίνεται σε πολύ περιορισμένο βαθμό. Με την πολύ ειδική εξαίρεση της Γερμανίας και της συλλογικής διοίκησής της από πολυεθνική δύναμη μετά το τέλος του πολέμου, οι υπόλοιπες περιπτώσεις δε χρήζουν ιδιαίτερης σημασίας. Πρόκειται για τα νησιά του Palau που βρίσκονται στο Νότιο Ειρηνικό τα οποία είναι υπό την κηδεμονία των ΗΠΑ μέχρι το 1994 όταν γίνονται μέλη του ΟΗΕ, την περιοχή Irian Jaya (που αποτελεί το μισό της νήσου της Νέας Γουινέας)  η οποία βρέθηκε υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ για την μεταβατική περίοδο 1962- 1963 όταν πέρασε από την Ολλανδική στην Ινδονησιακή κυριαρχία, και τη Ναμίμπια όπου βρέθηκε υπό τον έλεγχο του ΟΗΕ από τη στιγμή που έληξε η εντολή ελέγχου που είχε η Νότια Αφρική μέχρι την ανακήρυξή της σε ανεξάρτητο κράτος το 1989.

Ποια είναι τα αίτια της μείωσης των προτεκτοράτων στον μεταπολεμικό κόσμο; Αφενός το γεγονός της αμφισβήτησης της αποικιοκρατίας σε συνδυασμό με την δημιουργία του αντίπαλου «σοσιαλιστικού» δέους και αφετέρου η αντίληψη της ηγεμονικής ιμπεριαλιστικής δύναμης, δηλαδή των ΗΠΑ, πως ο καπιταλιστικός ιμπεριαλισμός δεν συνδέεται με την άμεση αποικιοκρατική επέκταση αλλά με την ηγεμονική διασφάλιση της καπιταλιστικής συσσώρευσης σε παγκόσμια κλίμακα.

 

3) Οι νέες προσεγγίσεις για τα Κράτη- Προτεκτοράτα

Η προαναφερθείσα κατάσταση μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου αρχίζει, σταδιακά μεν, σταθερά δε, να αλλάζει. Από τη μια υπάρχουν γεγονότα όπως η κατάρρευση του λεγόμενου υπαρκτού σοσιαλισμού, η μεταλλαγή των αριστερών εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων σε νεοφονταμενταλιστικά κινήματα, η δημιουργία μιας πληθώρας νέων κρατών λόγω της διάλυσης της ΕΣΣΔ και της Γιουγκοσλαβίας. Από την άλλη έχουμε την ανάδυση ενός μονοπολικού κόσμου και τη διαρκή ανάγκη επικύρωσης της ηγεμονίας των ΗΠΑ μέσω της παρουσίας τους, μαζί με τους συμμάχους τους, όπου εκτιμούν πως κινδυνεύει η διασφάλιση των ιμπεριαλιστικών συμφερόντων.

Οι εξελίξεις αυτές θα φέρουν στην επιφάνεια, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 μια σειρά από νέες προσεγγίσεις. Το 1991 ο τότε Γ.Γ του ΟΗΕ Javier Perez de Cuellar υποστήριζε ότι γίνεται όλο και πιο αισθητό πως η αρχή της μη- παρέμβασης στην εσωτερική δικαιοδοσία των κρατών δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως ασπίδα προστασίας πίσω από την οποία μαζικά ή συστηματικά τα ανθρώπινα δικαιώματα ατιμώρητα θα παραβιάζονται. Το γεγονός πως αρκετές φορές ο ΟΗΕ δεν μπόρεσε να αποτρέψει θηριωδίες δεν αποτελεί επιχείρημα, νομικό ή ηθικό, απέναντι στην απαραίτητη διορθωτική δραστηριοποίηση, ιδιαίτερα όταν η ειρήνη απειλείται επίσης (όπως αναφέρεται στο Kaplan 2000: 37).  Φυσικά δεν ήταν η διατύπωση μιας προσωπικής άποψης, γι’ αυτό έναν  χρόνο αργότερα ο νέος Γ. Γ. του ΟΗΕ Boutros Ghali παρατηρεί πως «ο καιρός της απόλυτης και αποκλειστικής κυριαρχίας… έχει περάσει. Η θεωρία αυτή ποτέ δεν αντιστοίχησε στην πραγματικότητα». Για το λόγο αυτό κάλεσε σε «μια ισορροπία μεταξύ των αναγκών για μια καλή εσωτερική διακυβέρνηση και των απαιτήσεων για ένα ακόμα πιο αλληλεξαρτούμενο κόσμο» (όπως αναφέρεται στο Helman and Ratner 1993).

 Η συλλογιστική αυτή τέτοιας εμβέλειας θεσμικών παραγόντων[2] θα οδηγήσει σε εντοπισμό των περιοχών στις οποίες θα πρέπει να υπάρξουν παρεμβάσεις «από την Αϊτή στο δυτικό ημισφαίριο στα υπολείμματα της Γιουγκοσλαβίας στην Ευρώπη, από τη Σομαλία, το Σουδάν και τη Λιβερία στην Αφρική μέχρι την Καμπότζη στην Ασία, ένα ενοχλητικό φαινόμενο αναδύεται: το καταρρέων (failed) κράτος, το οποίο βρίσκεται σε πλήρη αδυναμία να αυτοδιατηρηθεί ως μέλος της διεθνούς κοινότητας (Helman and Ratner 1993: 3). Η λύση γι΄ αυτό το πρόβλημα είναι η δημιουργία προτεκτοράτων δεδομένου ότι η διεθνής κοινότητα έχει την ευθύνη να  κινητοποιείται και να παρεμβαίνει όπου ο νόμος και η τάξη έχουν καταρρεύσει και επικρατούν το χάος και η αναρχία (Yannis 2002: 260). 

 

4) Από την Καμπότζη στο Ιράκ

Οι προσεγγίσεις που αναφέραμε πέραν των επιπτώσεων της πτώσης του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» σχετίζονται και με άλλες εξελίξεις όπως είναι το γεγονός πως η λήξη του εμφυλίου στην Καμπότζη, το 1991, θα βρει τις τέσσερις εμπόλεμες πλευρές να συντάσσουν ένα σύμφωνο βάση του οποίου θα υπάρξει μια μεταβατική περίοδος μέχρι τη διεξαγωγή εκλογών και καλούσαν τον ΟΗΕ να αναλάβει  τη διοίκηση της χώρας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Πράγματι έτσι έγινε και σε λιγότερο από δύο χρόνια, και αφού διεξήχθησαν εκλογές το 1993, ο ΟΗΕ αποχώρησε.

Η επόμενη παρέμβαση θα επέλθει ως απότοκο του πολέμου μεταξύ Σερβίας και Κροατίας. Η λέξη του πολέμου τον Γενάρη του 1992 και η ανεξαρτησία της Κροατίας θα φέρει στην επιφάνεια το πρόβλημα της Ανατολικής Σλαβονίας όπου κατοικούσε μια συμπαγής σερβική μειονότητα. Το 1995 οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές θα ζητήσουν από τον ΟΗΕ να λειτουργήσει ως μεταβατική εξουσία στην περιοχή. Πράγματι αυτό έγινε τελικά και μετά από μία σύντομη χρονικά παρουσία, λίγο περισσότερο από δύο έτη, ο ΟΗΕ αποχώρησε. Θα μπορούσε να πει κανείς πως πρόκειται για ταυτόσημη περίπτωση με αυτή της Καμπότζης Οι πρώην αντίπαλοι ζητούν την παρέμβαση του ΟΗΕ για μια σύντομη μεταβατική περίοδο. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε την μεγάλη σημασία που είχε για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις η δυνατότητα επιτυχούς παρέμβασης στο γιουγκοσλαβικό ζήτημα. Με αυτή την έννοια και δεδομένης της ενεργού παρέμβασης του αμερικάνικου παράγοντα στο βοσνιακό η Ανατολική Σλοβανία θεωρήθηκε ως ευκαιρία της Δύσης για να προετοιμαστεί το έδαφος και για τη συμφωνία του Dayton. Για το λόγο αυτό υπήρξε έντονη πίεση από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για την επίτευξη της ειρηνευτικής συμφωνίας, πράγμα που δε συνέβη στην περίπτωση της Καμπότζης  (Medjad χχ).

Στη Βοσνία- Ερζεγοβίνη η ανακοίνωση της ανεξαρτησίας επέφερε ένα τριετή υπερεθνικό πόλεμο ο οποίος τέλειωσε το 1995 ύστερα από στρατιωτική επέμβαση του ΟΗΕ και επικυρώθηκε με την ειρηνευτική συμφωνία που υπογράφηκε στο τέλος του 1995 στο Dayton. Στην πραγματικότητα, η περίπτωση της Βοσνίας φανέρωσε την αδυναμία των ευρωπαϊκών δυνάμεων να διαχειριστούν  μια χρόνια κρίση εντός της ηπείρου τους και την «αναγκαιότητα» της αμερικάνικης παρέμβασης. Είναι χαρακτηριστικό πως από τον Αύγουστο του 1995 όταν οι ΗΠΑ αποφάσισαν την ενεργό ανάμιξή τους στην ιστορία μέχρι την υπογραφή του Dayton δεν μεσολάβησαν παρά ελάχιστοι μήνες. Από την υπογραφή της συνθήκης αυτής έχουν περάσει περισσότερο από 10 χρόνια, ωστόσο η κατάσταση δεν έχει ουσιαστικά βελτιωθεί. Η πραγματοποίηση διαφόρων εκλογικών αναμετρήσεων δεν είχε ως αποτέλεσμα τη διεύρυνση της λαϊκής κυριαρχίας αλλά την ανάδειξη των αντιθέσεων της κάθε εθνότητας χωριστά απέναντι στην υπερεθνική διοίκηση[3]. Το γεγονός της μεταβίβασης του μεγαλύτερου τμήματος των εσωτερικών πολιτικών λειτουργιών από το 2000 και ένθεν στην ΕΕ δεν τροποποίησε το καθεστώς του προτεκτοράτου  (Medjad χχ; Chandler 2006α: 35 κε).

Τις παρεμβάσεις στο χώρο της πρώην Γιουγκοσλαβίας θα ακολουθήσει η επέμβαση στο Κόσοβο. Η ύπαρξη στην γιουγκοσλαβική αυτή επαρχία μιας αλβανικής πλειονότητας θα αναδείξει το αίτημα της αυτοδιάθεσης και κατά την περίοδο ’97-΄98 την πραγματοποίηση εχθροπραξιών μεταξύ κοσοβάρων αυτονομιστών και σέρβων εθνικιστών. Η στρατιωτική επέμβαση του ΝΑΤΟ στη Σερβία, δεδομένης της άρνησης της Ρωσίας και της Κίνας να συναινέσουν σε στρατιωτική επέμβαση του ΟΗΕ, θα οδηγήσει στη δημιουργία ενός ιδιότυπου καθεστώτος στην περιοχή η οποία παρέμενε τυπικά επαρχία της  νέας Γιουγκοσλαβίας αλλά στην πραγματικότητα είχαμε τη δημιουργία ενός ακόμα προτεκτοράτου ακόμα πιο εξαρτημένου από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις σε σχέση με τη Βοσνία. Εδώ η προσωρινή διοίκηση αναλαμβάνει το σύνολο σχεδόν των πολιτικών αρμοδιοτήτων (civil competences) ενώ  η επίσημη κυβέρνηση του κράτους στο οποίο υποτίθεται ανήκει η επαρχία δεν έχει ουσιαστικά κανένα λόγο στη διακυβέρνηση της περιοχής (Yiannis 2004: 70). Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη δημιουργία, λόγο των νατοϊκών βομβαρδισμών ενός πολιτικού και θεσμικού κενού έδωσε τη δυνατότητα ευρείας παρέμβασης στην πλευρά της Προσωρινής Διοίκησης, σε αντιδιαστολή με τη Βοσνία όπου υπήρχαν συγκροτημένοι τοπικοί θεσμοί, οι οποίοι ενίοτε δημιούργησαν προσκόμματα στη δράση της διεθνούς διοίκησης. Από το 2004 υποτίθεται πως όλη η εξουσία έχει μεταφερθεί στους τοπικούς προσωρινούς θεσμούς. Στην πραγματικότητα και μέχρι να αποσαφηνιστεί το τελικό status της περιοχής οι βασικές πλευρές (ασφάλεια, διεθνείς σχέσεις, προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, ενέργεια) παραμένουν στην αρμοδιότητα των δυνάμεων διοίκησης (Medjad χχ;). Όπως σωστά έχει παρατηρηθεί πρόκειται για μια τομή στην μέχρι τότε στάση του ΟΗΕ δεδομένου ότι επιχειρείται μια μακροπρόθεσμη και σε βάθος προσπάθεια μετάπλασης της  προηγούμενης κατάστασης (Yiannis 2002: 265) και αυτό σε συνδυασμό με το γεγονός πως δεν πρόκειται για ένα αυτόνομο κρατίδιο αλλά για την επαρχία ενός υπαρκτού κράτους όπου το στρατιωτικό έλεγχο έχει ένας διεθνής θεσμός (ΝΑΤΟ) και τον πολιτικό έλεγχο ένας άλλος διεθνής θεσμός (ΟΗΕ) (Lauria 1999).

Παράλληλα με την επέμβαση στο Κόσσοβο θα υπάρξει η παρέμβαση του ΟΗΕ στο Ανατολικό Τιμόρ έτσι ώστε να προωθηθεί το αίτημα της ανεξαρτησίας και να σταματήσουν οι μαζικές σφαγές που προκάλεσαν οι Ινδονήσιοι κατακτητές. Εδώ μολονότι το 2002 το Ανατολικό Τιμόρ θα γίνει μέλος του ΟΗΕ, οι δυνάμεις των Ηνωμένων Εθνών θα συνεχίσουν την παραμονή τους στο Δυτικό Τιμόρ και στην Ινδονησία, ενώ το πολύ σημαντικό πρόβλημα των προσφύγων θα παραμείνει χωρίς λύση δεδομένου πως 28000 πρόσφυγες θα συνεχίσουν να μένουν σε καταυλισμούς στο Δυτικό Τιμόρ (Ahmed 2006: 238). Ωστόσο το πιο σημαντικό από όλα είναι πως η ίδια η εξουσία περνάει στο σύνολό της στη διαχείριση του ΟΗΕ δεδομένου πως δεν υπάρχει και κάποιος φορέας που να μπορεί να την διεκδικήσει. Είναι δε χαρακτηριστικό πως επίσημα αρχηγός του Κράτους θεωρείται ο μεταβατικός διοικητής (transitional administrator) που έχει διορίσει ο ΟΗΕ (Chopra 2000: 29- 30)

Από εκεί και πέρα έχουμε την κατοχή του Αφγανιστάν από τα τέλη του 2001 και αυτή του Ιράκ από την άνοιξη του 2003. Εδώ πια είναι ακόμα πιο εμφανής η σκλήρυνση στον χαρακτήρα των παρεμβάσεων. Στο Αφγανιστάν δεν υπάρχει πια ο χαρακτήρας της ανθρωπιστικής παρέμβασης αλλά μια «κανονική» επίθεση σε κράτος ταραξία (rogue state), το οποίο πρέπει να τιμωρηθεί όχι γιατί επιτέθηκε σε άλλο κράτος αλλά γιατί στο έδαφός του βρίσκονταν άτομα τα οποίο θεωρούνταν υπεύθυνα για τρομοκρατικές ενέργειες κατά των ΗΠΑ. Κατά συνέπεια δεν έχουμε ούτε καν το πρόσχημα για μια προσπάθεια «συμφιλίωσης» δύο αντιμαχόμενων πλευρών αλλά μια πολεμική επίθεση απέναντι σε ένα κυρίαρχο το οποίο με τις πράξεις του θεωρείαι πως θέτει σε κίνδυνο το «δυτικό πολιτισμό». Μέχρι σήμερα η διαδικασία «αναμόρφωσης» του Αφγανιστάν δεν έχει ολοκληρωθεί ενώ ο στρατιωτικός έλεγχος του ΟΗΕ δεν υπερβαίνει τα όρια της Καμπούλ.

Η κατοχή του Ιράκ αποτελεί την κορύφωση του όλου δράματος αφού υπερβαίνει όλα τα χαρακτηριστικά των προηγούμενων επεμβάσεων: α) δεν έχουμε αντιμαχόμενες πλευρές εντός ιρακινού εδάφους β) δε ζητά κανείς την παρέμβαση οποιουδήποτε διεθνή παράγοντα γ) Δεν υπάρχει καμία συγκεκριμένη αφορμή για ανάληψη στρατιωτικής δράσης  παρά μόνο η αντίληψη της ανάγκης  ανάπτυξης προληπτικών στρατιωτικών επιχειρήσεων δ) Δεν εμπλέκεται όχι μόνο ο ΟΗΕ αλλά ούτε καν το ΝΑΤΟ ε) Τα θύματα μετριούνται σε εκατοντάδες χιλιάδες.

Ποια συμπεράσματα μπούμε να βγάλουμε από όλα αυτά σχετικά με τα νέα κράτη- προτεκτοράτα; Καταρχήν υπάρχουν τέσσερις σημαντικές διαφορές σε σχέση με το παρελθόν: α) Την ευθύνη της διακυβέρνησης δεν την αναλαμβάνει μια αποικιοκρατική χώρα, αλλά ένας διεθνής οργανισμός ή μια διεθνής συμμαχία. Με αυτή την έννοια τα προτεκτοράτα δεν είναι αποικίες β) δεν δημιουργούνται απευθείας μορφές αποικιακής διακυβέρνησης αλλά οι τοπικές κυβερνήσεις συνεργάζονται με τους εκπροσώπους της διεθνούς κοινότητας (Pugh 2000) γ) δεν υπάρχει μια προσπάθεια εξω- καπιταλιστικής απόσπασης πλούτου ο οποίος χρησιμεύει για την πραγματοποίηση της πρωταρχικής συσσώρευσης στη Μητρόπολη. Ούτε, με την εξαίρεση του Ιράκ, ο στόχος είναι η προμήθεια πρώτων υλών. Δ) Μολονότι διατηρούνται τοπικές κυβερνήσεις το βεληνεκές της ξένης παρέμβασης αφορά ένα πολύ μεγάλο εύρος ζητημάτων (διαφορετικό βεβαίως για κάθε περίπτωση): άσκηση φορολογικής διοίκησης, συγκρότηση νομικού πλαισίου, δημιουργία κεντρικής τράπεζας, διορισμός και μετακίνηση δημοσίων υπαλλήλων, δημιουργία τελωνείων λειτουργία σχολείων, διακανονισμό ιδιοκτησιακών διαφορών κλπ (Kaplan 2002: 9) Ταυτόχρονα, πέρα από τα θέματα  διαχείρισης τίθενται και ζητήματα κεντρικών πολιτικών αποφάσεων: πότε και σε ποια βάση θα διεξαχθούν εκλογές, ποιο θα είναι το περιεχόμενο των συνομιλιών και των διαπραγματεύσεων με τους τοπικούς συνομιλητές, να προωθηθεί η επανένωση του κράτους ή να γίνει αποδεκτή ο de facto εθνοτικός διαχωρισμός, θα υπάρχουν περιορισμοί στη δραστηριότητα των πολιτικών κομμάτων, θα υπάρχουν δημόσιες επιχειρήσεις ποιο θα είναι το περιεχόμενο των σχολικών προγραμμάτων κλπ (Kaplan 2005: 3).

Φυσικά υπάρχουν και στοιχεία συνέχειας με τα παλαιά προτεκτοράτα Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών θεωρούνται ανώριμοι για τη διαχείριση των υποθέσεών τους και κρίνεται ως αναγκαία η πατερναλιστική παρέμβαση εξωτερικών παραγόντων οι οποίοι τους ενσταλάζουν τους προσήκοντες, για τους δυτικούς ιμπεριαλιστές, κανόνες και αξίες. Είναι προφανές πως όλες αυτές οι αποστολές και παρεμβάσεις δε γίνονται για το «καλό» των «προστατευομένων» αλλά για την εξυπηρέτηση  των συμφερόντων των «προστατών».

Το θέμα είναι ποια είναι τα συμφέροντα των «προστατών» και κατά συνέπεια για ποιο λόγο δημιουργούνται τα νέα προτεκτοράτα; Η πρώτη παρατήρηση που πρέπει να κάνουμε είναι πως σε όλες αυτές τις επεμβάσεις είναι πάντα παρούσες οι ΗΠΑ ή τίποτε από ότι έχει συμβεί δεν συνάντησε την αντίθεση των ΗΠΑ. Ιδιαίτερα, δε, στο ζήτημα των εξελίξεων στην πρώην Γιουγκοσλαβία η παρέμβαση των ΗΠΑ μπορεί να χαρακτηριστεί ως καταλυτική, δεδομένης της αδυναμίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να διαχειριστεί τα της περιοχής της. Ο ρόλος αυτός των ΗΠΑ θα πρέπει να συσχετιστεί με το όλο πλαίσιο που διαμορφώνεται ύστερα από την πτώση των καθεστώτων του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού»: Ο ΗΠΑ αναδεικνύονται η πιο ισχυρή χώρα όχι μόνο στρατιωτικά και πολιτικά, αλλά και οικονομικά[4]. Ο ρόλος, δε, που αναλαμβάνουν να παίξουν είναι η διαμόρφωση ενός ηγεμονικού ιμπεριαλιστικού σχεδίου εντός του οποίου να μπορούν να αναγνωρίζουν τα συμφέροντά τους και τα υπόλοιπα ιμπεριαλιστικά κράτη. Το σχέδιο αυτό σημαίνει την πλήρη κυριαρχία του καπιταλιστικού συστήματος σε όλο τον πλανήτη και τη συντριβή οποιασδήποτε προσπάθειας αμφισβήτησης αυτής της ηγεμονίας. Εννοείται πως κάτι τέτοιο δεν είναι ούτε απλό ούτε και εύκολο. Ωστόσο η υιοθέτηση της δυνατότητας παρέμβασης εντός εθνικών κρατών θα διευκολύνει πάρα πολύ τέτοιους σχεδιασμούς. Έτσι, οι διάφορες παρεμβάσεις έρχονται και συνδέονται όλο και περισσότερο με τη στρατηγική του ιμπεριαλισμού.

Η επέμβαση στην Καμπότζη δίνει την αρχική αφορμή και σε ένα πρώτο επίπεδο τίποτε δε μοιάζει μεμπτό. Οι ίδιοι οι καμποτζιανοί ζητούν μια βοήθεια από τον ΟΗΕ με προσδιορισμένο εύρος χρόνου. Ωστόσο το πρώτο βήμα έχει γίνει και υπάρχει πια η νομιμοποίηση της παρέμβασης στο εσωτερικό ενός κράτους.

 Στην Ανατολική Σλαβονία επίσης υπάρχει το αίτημα και από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές για παρέμβαση η οποία πάλι αφορά περιορισμένο χρονικό διάστημα. Ωστόσο με αυτό τον τρόπο γίνεται εφικτή η νομιμοποίηση της παρέμβασης στην πρώην Γιουγκοσλαβία  και η προετοιμασία για τη συμφωνία του Dayton. Το γεγονός αυτό διευκολύνει τη διεύρυνση των τρόπων παρέμβασης και έτσι γίνεται εφικτή η στρατιωτική επίλυση του βοσνιακού ζητήματος. Εδώ ήδη υπάρχουν δύο ποιοτικές διαφορές: η χρήση βίας από την πλευρά του ΟΗΕ και η ανάδειξη του «απαραίτητου» ρόλου των ΗΠΑ.

Η παρέμβαση στο Κόσοβο θα πάει τα πράγμα ένα βήμα μακρύτερα. Δεν αναφερόμαστε πια στην «προστασία» ενός ανεξαρτήτου κράτους, έστω και πολυεθνικού στη δομή του, αλλά στην απόσπαση μιας επαρχίας από το κράτος στο οποίο ανήκει. Το γεγονός πως παράλληλα εκτυλίσσεται και η παρέμβαση στο Ανατολικό Τιμόρ συντελεί στην εμπέδωση της αντίληψης πως η εξωτερική διοίκηση αναλαμβάνει το σύνολο της διακυβέρνησης, και οι τοπικοί φορείς δεν αποτελούν  συμπληρωματικούς αλλά υποτελείς θεσμούς.

Η νέα τομή έρχεται με το Αφγανιστάν όπου υπάρχει κήρυξη πολέμου και κατοχή μιας πρώην ανεξάρτητης χώρας. Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως έχουμε μετάβαση αφενός από τον ένοπλο ανθρωπισμό στον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και αφετέρου από τον, έστω σχετικά, προσδιορισμένο χρόνο παραμονής σε παραμονή με απροσδιόριστη χρονική διάρκεια.

Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, είναι το γεγονός της παρέμβασης στο Ιράκ η οποία χαρακτηρίζεται από ακόμα μεγαλύτερη σκλήρυνση των ιμπεριαλιστικών στρατηγικών: Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, όπως είναι περίπτωση του Αφγανιστάν, μετατρέπεται σε προληπτικό πόλεμο.  Ταυτόχρονα ενώ οι υπόλοιπες παρεμβάσεις δεν έχουν ως στόχο παρά την επιβεβαίωση της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας η επέμβαση στο Ιράκ διευρύνει τους στόχους και έχει ως διακύβευμα και τη διασφάλιση της πρόσβασης σε ενεργειακές ροές Ο πόλεμος αυτός δεν νομιμοποιείται από κανένα διεθνή οργανισμό, συναντά σημαντικές αντιδράσεις από πολλά κράτη του αναπτυγμένου καπιταλισμού και πραγματοποιείται από συμμαχία υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ. Με την περίπτωση του Ιράκ έχουμε φτάσει στην ωμή ιμπεριαλιστική βία, στην ανάγκη που έχουν ΗΠΑ να επιβεβαιώνουν ηγεμονία τους στο παγκόσμιο σύστημα αλλά και να αναδεικνύονται και η εγγυήτρια χώρα  για την ανεμπόδιστη ροή πετρελαίου στο δυτικό κόσμο.

Εν κατακλείδι, η επιστροφή στη δημιουργία προτεκτοράτων συνδέεται άμεσα με την πτώση του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού» και την προσπάθεια κατοχύρωσης της ιμπεριαλιστικής κυριαρχίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Η αρχή θα γίνει με την Καμπότζη και στη συνέχεια οι επεμβάσεις θα γίνονται όλο και πιο ωμές, όλο και πιο ευθυγραμμισμένες με τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα με αποκορύφωμα τις εξελίξεις στο Ιράκ. Ωστόσο η χρησιμοποίηση των προτεκτοράτων για την πραγμάτωση ιμπεριαλιστικών σχεδίων σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνει και τις ίδιες τις ενδο- ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις οι οποίες αντανακλώνται και στη διαχείριση της διακυβέρνησης των προτεκτοράτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι και οι διαφορές οπτικές που υπάρχουν από κάθε εμπλεκόμενη χώρα για το χρόνο παραμονής στο Ιράκ.  Σε κάθε περίπτωση ο αντιφάσεις που διαπερνούν την ιμπεριαλιστικής πολιτική φαίνεται να οξύνονται (εγκλωβισμός των δυνάμεων κατοχής σε Ιράκ και Αφγανιστάν, αμφισβήτηση όψεων της αμερικάνικής πολιτικής τόσο εντός της χώρας όσο και εκτός αυτής, ανάδειξη νέων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων όπως η Κίνα) και το γενικότερο μέλλον, στο οποίο εντάσσεται και αυτό των προτεκτοράτων, μοιάζει να διαρκεί πολύ…   

 

 

Βιβλιογραφία

Ahmed Nafeez Mosaddeq, 2006, “UN Humanitarian Intervention in East Timor. A Critical Appraisal”, Entelequia, revista interdisciplinar 2: 227- 244.

Chandler David, 2006, “Introduction: Peace Without Politics?” in David Chandler (ed), Peace Without Politics? Ten Years of International State- Building in Bosnia, London: Routledge, σς. 1- 15.

Chandler David, 2006α, “From Dayton to Europe” in David Chandler (ed), Peace…, σς. 30- 43.

Choprat Jarat, 2000, “The UN’s Kingdom of East Timor”, Survival 42, 3: 27- 39.

European Economy, 2002, no 6.

Helman Gerard and Steven Ratner, 1993, “Saving failed States”, Foreign Policy 89: 3- 21. 

Isseroff Ami, 2003, http://www.mideastweb.org/mandate.htm.

Kaplan Richard, 2000, “Humanitarian Intervention: Which Way Forward?”, Ethics & International Affairs 14: 23- 38.

Kaplan Richard, 2002, A new Trusteeship? The International administration of war- torn territories?, International Institute for Strategic Studies.

Kaplan Richard, 2005, International Governance of war-torn territories – Rule and Reconstruction, Oxford: Oxford University Press

Lauria Joe, 1999, “Yugoslavia: UN’s ‘Virtual’ Protectorate in Kosovo”, http://www.b-info.com/tools/miva/newsview.mv?url=places/Bulgaria/news/99-06/jun15e.rfe

Medjad Karim, χχ, “Legal and Economic Reform in Today’s Protectorates: Lessons from contradictions”, www2.jura.uni-hamburg.de/le/Medjad%20Paper.pdf.

Pugh Michael, 2000, ‘“Protectorate Democracy’” in South- East Europe”, http://www.ciaonet.org/wps/pum01/

Sakellaropoulos Spyros and Panagioris Sotiris, 2007, “On the notion of the capitalist (non- territorial) imperialism”, fourthcoming.

Yiannis Alexandros, 2002, “The Creation and Politics of International Protectorates in the Balkans: Bridges Over troubled Waters”, Journal of International Relations and Development 5, 3: 258- 274.

Yiannis Alexandros, 2004, “The UN as Government in Kosovo”, Global Governance 10: 67- 81.

 

 

 

 

 


[1]Μια πρώτη μορφή του συγκεκριμένου κειμένου παρουσιάστηκε στο ετήσιο συνέδριο του Historical Materialism «New Directions in Marxist Theory» που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο μεταξύ 8 και 10 Δεκεμβρίου 2006.

[2]Το ενδιαφέρον είναι πως η προβληματική περί εμπλοκής στα καταρρέοντα κράτη όσο περνούν τα χρόνια παίρνει όλο και πιο ευρείες διαστάσεις. Από αυτή την άποψη χαρακτηριστικές είναι οι θέσεις συμβούλων του ΟΗΕ, αλλά και του ίδιου του γγ. Κόφι Αναν  σύμφωνα με τις οποίες μια επιλεγμένη επιτροπή που θα εκφράζει «το σπουδαίο και το καλό» της διεθνούς κοινότητας, δραστηριοποιούμενη κάτω από την αιγίδα του ΟΗΕ θα διαθέτει  τις απαιτούμενες ικανότητες για τη θωράκιση των διεθνών οργανισμών παρέμβασης. Η εμβέλεια των μέτρων που θα αναλαμβάνει να υλοποιήσει θα κυμαίνεται από την πρώιμη προειδοποίηση μέχρι τις μετα- συγκρουσιακές μεταβατικές διοικήσεις  (αναφέρεται στο Chandler 2006: 7)

[3]Πόσο μάλλον που η όλη δράση των μελών που στελεχώνουν τις αποστολές του ΟΗΕ χαρακτηρίζεται από το καθεστώς της ασυλίας (Yiannis 2004: 72; Medjad χχ;). Οι τοπικοί πληθυσμοί, όχι μόνο στη Βοσνία αλλά παντού – χαρακτηριστικά ο Chopra θεωρεί πως καθεστώς του ΟΗε στο Τιμόρ θύμιζε καθεστώς προ- συνταγματικής μοναρχίας (Chopra 2000: 29)- , δεν έχουν τρόπο να αποζημιωθούν για παντός είδους ζημιές που υφίστανται ή να ζητήσουν την τιμωρία μελών της «ειρηνευτικής» αποστολής για τέλεση ακόμα και κακουργημάτων . Ουσιαστικά ο ΟΗΕ λειτουργεί ως ένα πραγματικό κράτος εν κράτει. 

[4]Σημειώνουμε πως μολονότι η μέση ετήσια αύξηση της αμερικάνικης παραγωγικότητας  ήταν 0.6% μεταξύ 1986-1990, ενώ η αντίστοιχη της ΕΕ12 ήταν  1.5%  και της Ιαπωνίας 2.6%. Μετά από 10 χρόνια η κατάσταση αυτή έχει εντελώς μεταστραφεί; Η αμερικάνικη παραγωγικότητα αυξάνεται κατά μέσο όρο 1.3% κάθε χρόνο, ενώ η ιαπωνική μόνο 0.4% και η ευρωπαϊκή μόνο 0.7% (European Economy 2002).